Μέσα από τις φωτογραφίες των «Αρχείων του Πλανήτη», οι οποίες θα εκτεθούν στο Μουσείο Μπενάκη, αναδύεται η εικόνα της Νύφης του Θερμαϊκού των ετών 1913 και 1918 αλλά και όψεις της ιστορίας των Βαλκανίων
17/06/2001
Η πόλη από τη θάλασσα φαίνεται μικρή. Και είναι. Ο Λευκός Πύργος στην άκρη δεξιά της παραλίας, τα σπίτια χαμηλά, κάποια καΐκια αγκυροβολημένα στο λιμάνι, λίγος κόσμος στην προκυμαία. Απρίλιος του 1913 και η Θεσσαλονίκη φωτογραφίζεται στα νερά του Θερμαϊκού μέσα από τον φακό του γάλλου φωτογράφου Ογκύστ Λεόν. Λίγοι μόνο μήνες έχουν περάσει από την απελευθέρωσή της από τον ελληνικό στρατό και η ζωή στην πόλη δεν έχει ακόμη αλλάξει. Κόσμημα για πολλούς πολιτισμούς, τον ελληνορωμαϊκό, τον βυζαντινό, τον οθωμανικό και πάλι τον ελληνικό, παραδομένη σε όλες τις θρησκείες, ένα σταυροδρόμι του εμπορίου, πέρασμα πληθυσμών που μετακινούνται προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, θύμα του πολέμου και η ίδια, η Θεσσαλονίκη βρίσκεται στις αρχές του αιώνα σε μια από τις κρίσιμες περιόδους της ιστορίας της. Είναι ο λόγος για τον οποίο γίνεται ο στόχος ενός ειρηνικού σχεδίου καταγραφής και διάσωσης της εικόνας της μέσα στον χρόνο. Τα περίφημα «Αρχεία του Πλανήτη» του γάλλου τραπεζίτη αλλά και οραματιστή της ειρήνης Αλμπέρ Κάαν θα οργανώσουν δύο φωτογραφικές αποστολές στη Θεσσαλονίκη, τη μία το 1913 και τη δεύτερη το 1918, προκειμένου να αποτυπώσουν την πόλη και τους ανθρώπους της. Μία σειρά από αυτοχρωμίες θα προκύψουν έτσι, οι πρώτες έγχρωμες φωτογραφίες της Θεσσαλονίκης, 60 από τις οποίες παρουσιάζονται τώρα στην Αθήνα. Σε μια έκθεση που εγκαινιάζεται στις 20 Ιουνίου στο Μουσείο Μπενάκη με τίτλο «Θεσσαλονίκη 1913 και 1918 Οι τύχες των Βαλκανίων».
Μια πόλη σε διαρκή μεταβολή, μεταξύ δύο πολέμων, μετά την καταστρεπτική πυρκαϊά του 1917 που εξαφάνισε ένα μεγάλο κομμάτι του ιστορικού κέντρου της, σε πλήρη κατάπτωση, αλλά ταυτόχρονα καθ' οδόν προς μια νέα εποχή, με ένα πλήθος προσφύγων να τη διατρέχει είναι η Θεσσαλονίκη που βλέπουν οι τρεις γάλλοι φωτογράφοι, ο Ογκύστ Λεόν και ο Στεφάν Πασέ της πρώτης αποστολής και ο Λεόν Μπυσί της δεύτερης. Ελληνες αλλά και Εβραίοι, Τούρκοι, Σέρβοι, Βούλγαροι και Αλβανοί είναι οι κάτοικοι ή περαστικοί της. Ο φακός τούς συναντά στον δρόμο, στην είσοδο των σπιτιών τους, στα μικρομάγαζα όπου πουλούν την πραμάτεια τους ή στους καταυλισμούς όπου έχουν εγκατασταθεί για λίγο. Σταματά στα ταπεινά οικοδομήματα αλλά και στα μνημεία, αποτυπώνει τις όψεις της πόλης και του λιμανιού της. Σαφώς η ματιά των φωτογράφων είναι επιλεκτική. Αλλού εστιάζει την προσοχή της και άλλα τα απορρίπτει. Η ευρωπαϊκή πόλη, για παράδειγμα, αυτή που ήδη έχει αρχίσει να αναπτύσσεται, δεν παρουσιάζεται πουθενά. Το ίδιο και η κοινωνία της, που ακολουθεί τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Η γραφικότητα είναι ασφαλώς ο σύμβουλος για τους φωτογράφους, και έτσι όμως η συμβολή των εικόνων αυτών, πέρα από την αισθητική τους αξία, είναι πολλαπλά πολύτιμη για την προσέγγιση της ιστορίας της πόλης.
Η πολυεθνική πόλη
Στόχος των «Αρχείων του Πλανήτη», όπως ο εμπνευστής τους Αλμπέρ Κάαν το θέλησε, ήταν «η διάσωση όλων εκείνων των πλευρών, των μορφών και των εκφάνσεων της ανθρώπινης δραστηριότητας, η μοιραία εξαφάνιση των οποίων δεν είναι παρά ζήτημα χρόνου». Παρ' ότι υποκειμενικές λοιπόν, οι όψεις της ιστορίας της Θεσσαλονίκης παραμένουν αδιάψευστα τεκμήρια μιας εικόνας που έχει χαθεί. Ο ίδιος άλλωστε ο Αλμπέρ Κάαν ήταν πεπεισμένος ότι η γνώση της καθημερινότητας και των κοινωνικών και πολιτικών γεγονότων των διαφόρων εθνών είναι απαραίτητη για την οικοδόμηση της ειρήνης. «Πρέπει να προσπαθήσουμε να κάνουμε έναν ακριβή απολογισμό του ρόλου που παίζουν τα έθνη στην επιφάνεια του πλανήτη, να προσδιορίσουμε τις διάφορες φιλοδοξίες τους, να δούμε πού τα οδηγούν αυτές, αν πρέπει να τα οδηγούν σε βίαιες πράξεις ή αν μπορούν να συμφιλιωθούν μεταξύ τους» έγραφε ο ίδιος.
Η ανθρωπογεωγραφία μόλις στις αρχές του αιώνα έχει εμφανισθεί ανάμεσα στους πλέον πρωτοπόρους επιστήμονες και τύχη αγαθή θα φέρει κοντά τον Αλμπέρ Κάαν με τον γεωγράφο Ζαν Μπρουν, ο οποίος θα αναλάβει τη διεύθυνση των «Αρχείων». Γι' αυτόν «η Θεσσαλονίκη και οι γειτονικές περιοχές αποτελούν την καρδιά της χερσονήσου των Βαλκανίων», όπως γράφει. Και όπως σημειώνει η διευθύντρια του Μουσείου Αλμπέρ Κάαν, κυρία Ζαν Μποσολέιγ, στο λεύκωμα Θεσσαλονίκη. Οι πρώτες έγχρωμες φωτογραφίες που έχει εκδοθεί στα ελληνικά, ο Ζαν Μπρουν βαθιά εντυπωσιασμένος από τον πολυεθνισμό της πόλης θα δώσει στους φωτογράφους του ειδικές οδηγίες: πώς να οδηγούνται από το σύνολο στη λεπτομέρεια αποφεύγοντας τις γενικές όψεις, πώς να δανείζονται το βλέμμα του εθνογράφου αποτυπώνοντας τη φυλετική πολυμορφία της Θεσσαλονίκης μέσω των ανθρώπων και των ενδυμασιών τους.
Οι καθημερινοί άνθρωποι
Στην κυρία Ζαν Μποσολέιγ ανήκει και η επιλογή των φωτογραφιών που παρουσιάζονται στην έκθεση, η ίδια επίσης είναι εκείνη που αναρωτιέται πώς ανάμεσα στο υλικό των δύο φωτογράφων δεν υπάρχει ούτε μία εικόνα από τη μεγάλη πυρκαϊά της Θεσσαλονίκης. Η απάντηση έρχεται από τον ίδιο τον Αλμπέρ Κάαν, το αξίωμα του οποίου ο Ζαν Μπρουν διδάσκει στους φωτογράφους του: «Τα "Αρχεία του Πλανήτη" δεν πρέπει να απαθανατίζουν το εξαιρετικό, κάτι που συμβαίνει μόνο μία φορά, αλλά το τρέχον, το καθημερινό, τον άνθρωπο στο πλαίσιο της ζωής του, στις αγροτικές και αστικές δραστηριότητές του, μέσα ή έξω από το σπίτι του, με τα εργαλεία του επαγγέλματός του, με τα ρούχα της δουλειάς του ή τα γιορτινά του...» έλεγε.
Ο Ογκύστ Λεόν θα φθάσει στη Θεσσαλονίκη τον Απρίλιο του 1913 και θα παραμείνει εκεί και τον Μάιο, ενώ λίγο αργότερα ο Ζαν Μπρουν θα στείλει και τον Στεφάν Πασέ, ο οποίος μόλις έχει ολοκληρώσει μία σειρά φωτογραφιών του Αγίου Ορους. «Δρόμος στην παλιά αγορά», «Πωλητής ψωμιού», «Ο εβραίος μανάβης», «Τούρκος πωλητής λεμονάδας» είναι οι τίτλοι μερικών φωτογραφιών του Ογκύστ Λεόν, ενώ ο Στεφάν Πασέ, ο οποίος θα φθάσει στη Θεσσαλονίκη στις 30 Αυγούστου, θα έχει την ευκαιρία να καταγράψει, μέσα στα 984 μέτρα φιλμ που θα τραβήξει, και τους πρόσφυγες που έχουν κατασκηνώσει στα περίχωρα της πόλης. Οι όποιες ελλείψεις θα συμπληρωθούν μερικά χρόνια αργότερα από τον παθιασμένο με το χρώμα φωτογράφο Λεόν Μπυσί, τον τρίτο της αποστολής. Το corpus των φωτογραφιών της Θεσσαλονίκης θα είναι έτοιμο. Μια υπόμνηση του παρελθόντος σε αντιδιαστολή με την εικόνα τού σήμερα.
Η έκθεση «Θεσσαλονίκη 1913 και 1918 Οι τύχες των Βαλκανίων» εγκαινιάζεται την Τετάρτη 20 Ιουνίου στο Μουσείο Μπενάκη και θα διαρκέσει έως τις 2 Σεπτεμβρίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου