Η χρονολόγηση της ναυσιπλοΐας στην αρχαία Ελλάδα πάει πολλά χρόνια πίσω στο παρελθόν, αυτό εξάγεται από νέα στοιχεία μιας μελέτης που πρόσφατα ήρθε στη δημοσιότητα.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η ναυτική Ελλάδα υπήρχε από το τέλος της τελευταίας εποχής των παγετώνων, σύμφωνα με στοιχεία που προέκυψαν με την ανακάλυψη ηφαιστειακών πετρωμάτων σε εργαλεία και όπλα που ανήκουν σε εποχή παλαιότερη της προ-Χαλκού εποχής.
Ανακαλύφθηκαν εργαλεία φτιαγμένα από οψιανό ή οψιδιανό, που είναι ένα υαλώδες πέτρωμα που προέρχεται από ηφαιστειογενείς περιοχές νεαρής γεωλογικά ηλικίας. Οι άνθρωποι με το πέτρωμα αυτό έφτιαχναν εργαλεία, πράγμα το οποίο δηλώνει ότι η εξόρυξή που γίνονταν μέσα από πολύτιμους βράχους που υπάρχουν μόνο στο νησί της Μήλου. Το υλικό αυτό, από το νησί του Αιγαίου, είχε διακινηθεί σε όλη τη γύρω ηπειρωτική περιοχή με τη ναυτιλία, ήδη, πριν από 15.000 χρόνια.
«Ο Οψιδιανός είναι ένα πολύτιμο φυσικό πέτρωμα- γιαλί, που βρίσκεται μόνο στη Μήλο, ίσως και σε κάποιες περιοχές της Αντιπάρου και στο Γιάλι», εξήγησε ο Νικόλαος Λάσκαρης του Πανεπιστημίου Αιγαίου της Ελλάδας.
«Από εκεί διαδόθηκε σε όλο το Αιγαίο και στις εσώτερες ηπειρωτικές περιοχές μέσω του εμπορίου».
Πολύ πριν από την εποχή του Χαλκού, δημιουργούσαν αιχμηρά εργαλεία και όπλα από το υαλώδες ηφαιστειογενές πέτρωμα της Μήλου. Αλλά για να φθάσει κανείς στην Μήλο έπρεπε να ταξιδεύσει στη θάλασσα. Τα στοιχεία τα οποία ανακάλυψαν οι ερευνητές ομιλούν για μεταφορά του πετρώματος αυτού από τη Μήλο, πριν από το τέλος της εποχής των παγετώνων, αφού αντικείμενα της εποχής αυτής βρέθηκαν στο σπήλαιο ‘Φράγχθι’ της Πελοποννήσου, στη νότιο Ελλάδα, στην Κρήτη, στην Κύπρο, δηλαδή, πάρα πολύ μακριά για την εποχή εκείνη, από το μέρος εξόρυξής του.
Οι γεωχημικές εργασίες που έγιναν στα ευρήματα αυτά, διαπιστώθηκε ότι αυτά είχαν μεταφερθεί από το ελληνικό νησί και έτσι ανέκυψε ένα περίπλοκο πρόβλημα. Πώς αυτά έφθασαν εκεί;
«Βεβαίως και υπήρχαν ναυτικοί την εποχή αυτή στο Αιγαίο, οι οποίοι ακολουθούσαν από το ένα νησάκι στο άλλο, πηδώντας σαν τους ‘βατράχους’, έτσι έφθασαν και μέχρι τη Μικρά Ασία και στην ηπειρωτική Ελλάδα», δήλωσε ο Λάσκαρης, ο οποίος μαζί με τους συναδέλφους του έχει δημοσιεύσει ένα σχετικό πόνημα στο περιοδικό « Journal of Archaeological Science” του μήνα Σεπτεμβρίου του 2011.
«Μέχρι τώρα είχε ανακαλυφθεί οψιδιανός μόνο στο σπήλαιο Φράγχθι και ήταν περί το 8.500 π.Χ., ενώ τώρα με τα νέα ευρήματα στις παράκτιες περιοχές αποδεικνύεται ότι είναι παλαιότερης εποχής και αυτό είναι ένα γεγονός».
Ο Λάσκαρης και οι συνεργάτες του, στράφηκαν σε μια νέα μέθοδο χρονολόγησης που ονομάζεται ‘ενυδάτωση του οψιανού’ (OHD) σε συνδυασμό με μια νεότερη τεχνική γνωστή ως «φασματομετρία δευτερογενούς μάζας ιόντων κορεσμού της επιφάνειας»- (SSMS-SS), ώστε να καθοριστεί πόσο νερό έχει εισχωρήσει στην επιφάνεια του οψιανού, ο οποίος έχει εκτεθεί στον αέρα από τη στιγμή που ο προϊστορικός άνθρωπος τον είχε αποσπάσει από το βράχια και τον επεξεργάστηκε σε εργαλεία και όπλα.
«Μια νωπή εκτεθειμένη επιφάνεια οψιανού περιέχει μικροσκοπικές ρωγμές, στις οποίες έχει απορροφηθεί νερό με την πάροδο του χρόνου», εξήγησε ο ερευνητής Ellery Frahm, του πανεπιστημίου της Μινεσότα Twin Cities, και εκλεγμένος πρόεδρος της Διεθνούς Ένωσης Μελέτης του Οψιδιανού.
Η μέθοδος OHD από μόνη της δεν είναι πολύ αξιόπιστη για την χρονολόγηση της απόσπασης από τα βράχια του οψιανού, επειδή υπάρχουν δύο σοβαροί περιορισμοί», είπε
Πρώτον. Είναι πολύ δύσκολο με την εξέταση της επιφάνειας του πετρώματος μέσα στο μικροσκόπιο να εντοπιστεί πόσο βαθιά είναι η θολή ζώνη διάχυσης του νερού που έχει διεισδύσει σε ένα βράχο. Δεν γνωρίζουμε ποιο είναι το μέτρο αυτής της γραμμής.
Δεύτερον. Το μέτωπο διάχυσης δεν είναι πραγματικό, όπως δείχνει ότι είναι. Ένα άχυρο φαίνεται σπασμένο ή λυγισμένο μέσα σε ένα ποτήρι νερού, λόγω της διαφοράς του δείκτη διάθλασης του αέρα και του νερού, έτσι η διάχυση μπροστά τον οψιανό δεν είναι πραγματική αυτή που φαίνεται, για τον ίδιο λόγο», εξήγησε ο Frahm.
Ωστόσο, η μέθοδος SSMS-SS , δηλαδή της νέας τεχνικής φασματομετρίας της μάζας, προσθέτει στην συνολική εικόνα, αφού οι επιστήμονες μπορούν να ποσοστικοποιήσουν το νερό που πραγματικά έχει εισχωρήσει στο βράχο.
«Με την μέθοδο SSMS μπορούν να μετρήσουν άμεσα το νερό στο βάθος του οψιανού», δήλωσε ο Frahm.
«Μια δέσμη σωματιδίων αφαιρεί τα ιόντα από τον οψιανό που βρίσκονται σε εξαιρετικά λεπτές στρώσεις, είναι κάτι παραπλήσιο, να το πούμε αναλυτικά, σαν τη μέτρηση της σύνθεσης ενός κρεμμυδιού που δημιουργείται το στρώμα από τις φλούδες του».
Με τον τρόπο αυτόν η αλλαγή στο περιεχόμενο του νερού μπορεί να καταγραφεί σε βάθος και ανακαλύπτονται ακριβώς οι αλλαγές οι οποίες έχουν γίνει.
Με τη μέθοδο αυτή, ο Λάσκαρης και οι συνεργάτες του μπόρεσαν να προσδιορίσουν ότι ο οψιανός τη Μήλου που βρέθηκε σε περιοχές της ηπειρωτικής χώρας, έχει μετακινηθεί σε πολύ παλαιότερα χρόνια από ό, τι μέχρι σήμερα πίστευαν.
Αυτό δηλώνει οι άνθρωποι είχαν τη δυνατότητα διέλευσης των νησιών και της μεταφοράς του πετρώματος αυτού μέσω – αγνώστου τύπου- σκαφών στην ηπειρωτική χώρα, από το τέλος της εποχής των παγετώνων.
--
Απόδοση: Μικρές Εκδόσεις Γιῶργος Ἐχέδωρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου