Όπως έχουμε αναφέρει ο έλεγχος των Βαλκανίων είναι τεράστιας σημασίας ζήτημα για τις μεγάλες δυνάμεις, μιας και σε μεγάλο βαθμό καθορίζει τον μεταξύ τους συσχετισμο δύναμης. Ως εκ τούτου ο ανταγωνισμός ΗΠΑ, Ρωσίας, ΕΕ, Κίνας για τον έλεγχο τους και ιδιαίτερα της δυτικής περιοχής (Αλβανία, ΠΓΔΜ, Κόσσοβο, Σερβία, Βοσνία), η οποία δεν έχει ενσωματωθεί πλήρως στους Ευρωατλαντικούς θεσμούς και στην οποία η Ρωσία και η Κίνα αναβαθμίζουν την επιρροή τους, είναι ιδιαίτερα σφοδρός.
--
Μέρος 2ο
--
Μάλιστα γίνεται σφοδρότερος λόγο της διαφαινόμενης νίκης της Ρωσίας και του Ιράν στους πολέμους της Συρίας και το Ιράκ.
Η νίκη αυτή τους επιτρέπει την υλοποίηση ενεργειακών, εμπορικών κ.α επενδυτικών σχεδιασμών, άκρως ανταγωνιστικών προς τους αντίστοιχους της Δύσης και φιλικούς προς τους αντίστοιχους της Κίνας.
Τα συγκεκριμένα επενδυτικά σχέδια σε συνδυασμό με την στρατιωτική κυριαρχία Ιράν – Ρωσίας στη Μ. Ανατολή, εγείρουν σημαντικές ανησυχίες για το μέλλον του Ισραήλ και της ΕΕ, καθώς σπρώχνουν τους δύο αυτούς παράγοντες σε όλο και πιο ανισότιμες σχέσεις συνεργασίας με τη Μόσχα.
Συνεπώς για τη Δύση ο έλεγχος των Βαλκανίων αποκτά επείγον χαρακτήρα, αν θέλει να ανακόψει τη Ρωσοκινεζική επενδυτική διείσδυση στην Ευρώπη και την Αν. Μεσόγειο και να εξισορροπήσει την Ιρανορωσική στρατιωτική παρουσία στη Μ. Ανατολή.
Αντίθετα η Ρωσία, η Κίνα και το Ιράν, δεν επιθυμούν τα Βαλκάνια να σταθούν εμπόδιο στην αποκρυστάλλωση των κερδών τους από τη διαφαινόμενη νίκη τους στις εξελισσόμενες πολεμικές αναμετρήσεις.
Δηλώσεις των πρεσβευτών ΗΠΑ – Ρωσίας
Οι πρόσφατες δηλώσεις των πρεσβευτών ΗΠΑ – Ρωσίας στη χώρα μας είναι ενδεικτικές για το πώς βλέπουν οι δύο δυνάμεις την περιοχή.
«…ολόκληρη η περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων είναι επίκεντρο σημαντικού ενδιαφέροντος για τις ΗΠΑ»,
δήλωσε ο πρώτος τασσόμενος υπέρ της ένταξή τους σε ΝΑΤΟ – ΕΕ.
«..η συμμετοχή των χωρών αυτής της ευαίσθητης περιοχής στη Βορειοατλαντική Συμμαχία … αποτελεί παράγοντα αποσταθεροποίησης»,
δήλωσε ο δεύτερος.
Σε αυτά τα πλαίσια η Δύση επιδιώκει τη συσπείρωση των συμμάχων της γύρω από το στόχο της επέκτασης των ΝΑΤΟ – ΕΕ στη Βαλκανική, ενώ η Ρωσία επιθυμεί τη διασάλευση της συνοχής του Δυτικού στρατοπέδου.
Η Τουρκική εισβολή στην Αφρίν
Το παραπάνω αποτυπώνεται καθαρά στον τρόπο με τον οποίο οι δύο δυνάμεις αντιμετωπίζουν την Τουρκική εισβολή στην Κουρδική περιοχή Αφρίν της Σύριας.
Η Ρωσία αδειοδότησε την Τουρκική επιχείρηση σε μια χώρα της οποίας την εδαφική επικράτεια προστατεύει για δύο λόγους.
- Πρώτον για να αποτρέψει της συγκρότησης αυτόνομης Κουρδ ικής οντότητας υπό την επιρροή των ΗΠΑ.
- Δεύτερον και σημαντικότερο για να προκαλέσει ρήγμα στην ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, πετυχαίνοντας την αποστασιοποίηση της Τουρκίας από τις ΗΠΑ.
Το δεύτερο στόχο εξυπηρετεί και η αναβάθμιση της ενεργειακής της συνεργασίας με την Άγκυρα. Από την άλλη μεριά οι ΗΠΑ αντιλαμβανόμενες τη γεωπολιτική σημασία της Τουρκίας στη διαμάχη Ρωσίας – ΝΑΤΟ, ακολουθούν απέναντι της κατευναστική πολιτική.
Έτσι δεν την απέτρεψαν από το να επιτεθεί στους μοναδικούς εναπομείναντες συμμάχους τους στη Σύρια, τους Κούρδους του PYD/YPG.
Η τακτική αυτή εκφράζεται και προς τη Βαλκανική συμπεριφορά της Τουρκίας, καθώς θεωρείται χώρα κλειδί για τη σταθερότητα της περιοχής.
Ο πρέσβης των ΗΠΑ δίνει και πάλι τον τόνο, δηλώνοντας πως η Αθήνα πρέπει να αποδεχτεί ότι «Τουρκία είναι μια γεωπολιτική πραγματικότητα», με την οποία πρέπει να δουλέψει για την αποφυγή «ατυχήματος» στο Αιγαίο.
Την ίδια ώρα η Τουρκία δηλώνει ότι έχει ζωτικά συμφέροντα στα Βαλκάνια, τα οποία οφείλει να προστατέψει. Έτσι συνεργάζεται με μουσουλμανικά κράτη (Βοσνία, Κοσσυφοπέδιο, Αλβανία), ενώ με όχημα το Ισλάμ διεισδύει στις μουσουλμανικές μειονότητες (Ελλάδα, ΠΓΔΜ, Σερβία, Μαυροβούνιο, Βουλγαρία).
Επιπλέον την αύξηση της Τουρκικής επιρροής υποβοηθά η Νατοϊκή της αποστολή, να συμβάλλει στην εναρμόνιση της λειτουργίας των ενόπλων δυνάμεων των χωρών των δυτικών βαλκανικών με τις ανάγκες της συμμαχίας. Ως εκ τούτου η στρατιωτική και η επενδυτική παρουσία της στα Βαλκάνια διευρύνεται.
Την 4ετία 2010 – 14 οι επενδύσεις της στην ΠΓΔΜ έφτασαν τα 74,1 εκατ. ευρώ, καθιστώντας την τον 6ομεγαλύτερο επενδυτή στη χώρα για το 2014, ενώ το 2010 οι δύο χώρες υπέγραψαν στρατιωτική συμφωνία.
Η Τουρκία “μηλο της έριδος”
Τα παραπάνω δείχνουν πως μια ευρύτερη μετατόπιση της Τουρκίας προς τη Ρωσία θα επέφερε βαρύτατο πλήγμα στην ισχύ της Δύσης, ενώ τυχόν αναθέρμανση των Αμερικανοτουρκικών σχέσεων θα επέφερε πλήγμα στην ισχύ της Ρωσίας.
Σε αυτό το σημείο ξεπροβάλλει για ακόμα μία φορά η τεράστια γεωπολιτική σημασία της Τουρκίας στο Ιμπεριαλιστικό σύστημα. Ωστόσο σήμερα σημαντικά ζητήματα δυσκολεύουν την απρόσκοπτη συνεργασία της, τόσο με τις ΗΠΑ όσο και με τη Ρωσία.
Τα εμπόδια στην Τουρκία
Τη συνεργασία με τις ΗΠΑ υποσκάπτουν ο ρόλος τους στο αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, οι σχέσεις τους με το Γκιουλέν και η υποστήριξη τους στους Κούρδους της Συρίας και του Ιράκ.
Από την άλλη τη συνεργασία με τη Ρωσία υποσκάπτουν οι διαχρονικές αντιπαραθέσεις των δύο πλευρών στον Καύκασο και τη Μ. Θάλασσα, η στήριξη της Τουρκίας στο μεγαλοϊδεατισμό της Αλβανίας, ο οποίος διευκολύνει τη ΝΑΤΟική διείσδυση στα Βαλκάνια και η διαφωνία τους για το μέλλον του Άσαντ στη Συρία.
Με αυτά τα δεδομένα η Τουρκία ποντάρει στη γεωπολιτική της σημασία, ακροβατώντας μεταξύ Ρωσίας – ΗΠΑ – Ιράν.
Στόχος της είναι αφενός η εξάλειψη του ενδεχόμενου δημιουργίας εχθρικού Κουρδικού κράτους στο μαλακό της υπογάστριο, αφετέρου η αύξηση της ισχύος της σε επίπεδα μεγάλης δύναμης και η επέκταση των συνόρων της.
Φυσικά αυτή η προσπάθεια εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους για τον Τουρκικό και τους άλλους λαούς της περιοχής. Ωστόσο για ακόμη μία φορά η Τουρκική ελίτ (οι μεγαλομέτοχοι μονοπωλιακών ομίλων και οι δορυφόροι τους) εμφανίζεται αδίστακτη προκειμένου να επιτύχει τις επιδιώξεις της.
Το διακύβευμα της διαμάχης
Το διακύβευμα της διαμάχης μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων είναι παρόμοιο και στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, η οποία έχει επίσης γεωπολιτική σημασία βρισκόμενη στο κέντρο των Βαλκανίων. Διαχρονικά η ΠΓΔΜ συνέπλεε με τις ΗΠΑ και τη Γερμανία.
Ωστόσο η στασιμότητα που προέκυψε στο θέμα της ένταξης της σε ΝΑΤΟ – ΕΕ, εξαιτίας της διαμάχης της με τους Νατοϊκούς γείτονες της, την κατέστησε ευάλωτη στα Ρωσικά ανοίγματα, ιδιαίτερα επί των ημερών της εθνικιστικής κυβέρνησης Γκρουέφσκι.
Ταυτόχρονα οι αλυτρωτικές της βλέψεις απέναντι σε Ελλάδα και Βουλγαρία και ο φόβος της Αλβανίας την έφεραν κοντά στην Τουρκία.
Η τελευταία ως μέλος του ΝΑΤΟ, «φίλος» της Αλβανίας και «εχθρός» της Ελλάδας και της Βουλγαρίας, υπήρξε στήριγμα στην προσπάθεια επιβίωσης του γειτονικού κρατιδίου, εντός ενός πολύ εχθρικού περιβάλλοντος.
Οι συγκεκριμένες εξελίξεις θορύβησαν τη Δύση, η οποία φοβάται την αύξηση της Ρωσικής επιρροής στην ΠΓΔΜ, ιδιαίτερα μετά τη σύσφιξη των Ρωσοτουρκικών σχέσεων.
Έτσι αξιοποίησε την επιρροή που ασκεί σε τμήμα της Σλαβικής και της Αλβανικής ελίτ, ώστε να επιτύχει την κοινοβουλευτική συνεργασία της Σλαβικής Σοσιαλδημοκρατικής Ένωσης (SDSM) και των Αλβανικών κομμάτων.
Το αποτέλεσμα ήταν η αδυναμία συγκρότησης κυβέρνησης από το κόμμα του Γκρουέφσκι (VMRO – DPMNE), παρότι αυτό ήρθε πρώτο στις εκλογές και ο σχηματισμός κυβέρνησης υπό τον Ζάεφ της SDSM.
Επόμενος στόχος της Δύσης είναι η εξομάλυνση των σχέσεων της χώρας με τους γείτονες της ώστε να διασφαλιστεί η γρηγορότερη ένταξη της σε ΝΑΤΟ – ΕΕ.
Το συγκεκριμένο εγχείρημα όμως είναι πολύπλοκο, καθώς απαιτεί την ικανοποίηση πολλών ανταγωνιστικών παραγόντων.
Αρχικά προϋποθέτει υποσχέσεις στη Σλαβική ελίτ που στηρίζει ή ανέχεται τον Ζάεφ, ότι οι όποιες υποχωρήσεις στο θέμα της ονομασίας θα οδηγήσουν σε άμεση ένταξη της χώρας σε ΝΑΤΟ – ΕΕ, χωρίς να θέτουν σε κίνδυνο τη «Μακεδονική» ταυτότητα της. Δηλαδή δε θα αμφισβητούν την κυριαρχία της Σλαβικής ελίτ επί του κράτους.
Έτσι κατά την τελευταία επίσκεψη του στα Σκόπια ο ειδικός μεσολαβητής του ΟΗΕ για το θέμα δήλωσε «Πιστεύω στη λύση … διατηρώντας ακόμα και ισχυροποιώντας την ταυτότητα … δεν έχω ακούσει κάποια άρνηση της ταυτότητας από την Αθήνα».
Πρόσθετα σχετίζεται με την ικανοποίηση του αιτήματος συνδιαχείρισης της χώρας εκ μέρους της Αλβανικής ελίτ. Ως εκ τούτου προέκυψε Αλβανός πρόεδρος στο κοινοβούλιο της ΠΓΔΜ, ενώ η νέα κυβέρνηση προτίθεται να υιοθετήσει ως δεύτερη επίσημη γλώσσα τα Αλβανικά.
Επιπλέον αφορά την αναβάθμιση της επιρροής της Βουλγαρικής ελίτ στην ΠΓΔΜ. Γι’ αυτό το λόγο καλοκαίρι υπογράφηκε σύμφωνο φιλίας ανάμεσα στις δύο χώρες, το οποίο περιλαμβάνει 10 διμερείς συμφωνίες.
Πρόσθετα σε μια συμβολική κίνηση οι δύο χώρες γιόρτασαν από κοινού την επέτειο της εξέγερσης του Ίλιντεν, ενώ η σχισματική εκκλησία της «Μακεδονίας» τέθηκε υπό την σκέπη του Βουλγαρικού πατριαρχείου, ζήτημα που προκαλεί την αντίδραση της Σερβίας.
Ο “μεντεσες” της Ευρώπης
Συνακόλουθα προϋποθέτει την αναβάθμιση της επιρροής της Ελληνικής ελίτ στη βαλκανική. Άλλωστε ο πρέσβης των ΗΠΑ χαρακτήρισε τη χώρα μας «γεωπολιτικό μεντεσέ μεταξύ της Ευρώπης και της ευρύτερης γειτονιάς», κορυφαίο στήριγμα στην προώθηση των Ευρωατλανιτκών συμφερόντων.
Συνακόλουθα η συμφωνία για την ονομασία της ΠΓΔΜ θα ενσωματώνει μέρος των Ελληνικών απαιτήσεων, ως αναγκαία συνθήκη για την έγκριση της Ελλάδος στην ένταξη της ΠΓΔΜ σε ΝΑΤΟ – ΕΕ.
Η εναλλακτική της Δύσης
Σε περίπτωση αποτυχίας του συγκεκριμένου σχεδίου η εναλλακτική της Δύσης είναι η ομοσπονδοποίηση της ΠΓΔΜ, με δημιουργία τεσσάρων αυτόνομων οντοτήτων υπό την επιρροή Αλβανίας- Ελλάδας-Βουλγαρίας-Σερβίας, στις περιοχές που η κάθε χώρα ασκεί πολιτιστική επιρροή.
Σε αυτό το ενδεχόμενο η εθνική κυριαρχία της ΠΓΔΜ εκχωρείται σε φιλοδυτικούς συντελεστές, ενώ η Ρωσική επιρροή περιορίζεται στο ελεγχόμενο από τη Σερβία τμήμα, με την προϋπόθεση ότι η τελευταία παραμένει σύμμαχος της Μόσχας.
Τέλος δεν αποκλείεται η διάλυση της χώρας και η ενσωμάτωση της στους γείτονες της.
Θα απαντήσει η Ρωσία;
Ωστόσο η έκβαση των Δυτικών σχεδιασμών θα εξαρτηθεί από την ικανότητα της Ρωσίας να απαντήσει σε αυτούς. Προς το παρόν η τελευταία εξακολουθεί να διατηρεί σημαντική επιρροή στη Σερβία, στη Σερβική δημοκρατία της Βοσνίας και στη Σλαβική ελίτ της ΠΓΔΜ, η οποία εξακολουθεί να εκφράζεται μέσω του VMRO – DPMNE.
Επίσης διατηρεί σημαντικά ερείσματα σε χώρες μέλη του ΝΑΤΟ όπως το Μαυροβούνιο, η Βουλγαρία και η Ρουμανία και σε χώρες της Κ. Ευρώπης όπως η Ουγγαρία και η Τσεχία. Πρόσθετα όμως η πορεία των γεγονότων θα εξαρτηθεί και από τις επιμέρους επιδιώξεις των ελίτ των Βαλκανικών χωρών.
Οι επιδιώξεις αυτές συνίστανται στην αύξηση της συνολικής τους επιρροής στη Βαλκανική ή οποία φτάνει μέχρι και την αλλαγή των συνόρων εφόσον δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις.
Στο επόμενο άρθρο θα σταθούμε συγκεκριμένα στις επιδιώξεις της Ελληνικής ελίτ μέσα σε αυτά τα πλαίσια.
Οι…χαμένοι των ανταγωνιστικών επιδιώξεων
Σε κάθε περίπτωση αυτοί που θα βγούνε χαμένοι από την υλοποίηση των ανταγωνιστικών επιδιώξεων των Ιμπεριαλιστών και των ελίτ των Βαλκανικών χωρών, θα είναι οι Βαλκανικοί λαοί.
Σύμφωνα με τη Eurostat το 2017 σε όλη τα Βαλκάνια ο κατώτατος μισθός ήταν κάτω από 500 Ευρώ το μήνα, με εξαίρεση την Ελλάδα και τη Σλοβενία που έφτασε 684 και τα 805 αντίστοιχα.
Αντίθετα η ελίτ της κάθε χώρας υλοποιώντας τους επενδυτικούς της σχεδιασμούς διευρύνει συνεχώς το εισόδημα της.
- Στην Ελλάδα το 2014 το 1% του πληθυσμού κατείχε το 56,1% του εθνικού πλούτου, ενώ το 99% μόλις το 43,9%.
- Αντίστοιχα στην Τουρκία το 1% κατείχε το 54.3%, ενώ το 99% μόλις το 45.7%.
Οι καβγάδες των ελίτ δεν αφορούν τίποτα περισσότερο πέρα από το ποια επενδυτικά σχέδια θα υλοποιηθούν στα Βαλκάνια. Οι Βαλκανικοί λαοί δεν έχουν συμφέρον από αυτά τα σχέδια – δεν αξίζει να σκοτωθούν γι’ αυτά.
Συνεχίζεται…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου