Της Βίκυς Χαρισοπούλου
Η πρωτεύουσα των αρχαίων Μακεδόνων είναι ο µόνος αρχαιολογικός χώρος που έχει δύο ανασκαφές: τη βασική, πανεπιστηµιακή που άρχισε το 1938 και από το 1992 την ανασκαφή της ΙΖ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων.
Μια «άτυπη έριδα» ανάµεσα στις δύο ξεχωριστές ανασκαφές, οι οποίες «γεννούν» χρυσό, µύθους και επιστηµονική τροφή, έρχεται ξανά στην επιφάνεια µε αφορµή την έκθεση για τον Μεγαλέξαντρο στην Οξφόρδη
Τίνος είναι τελικά τα ευρήµατα από τη Βεργίνα - Αιγές, που εκτίθενται στο Μουσείο ΑΣµόλιαν της Οξφόρδης; Της πανεπιστηµιακής ανασκαφής που άρχισε πριν από 73 χρόνια, συγκλόνισε την παγκόσµια επιστηµονική κοινότητα το 1977 µε την αποκάλυψη των δύο ασύλητων τάφων του Φιλίππου και της Περσεφόνης από τον καθηγητή Μανόλη Ανδρόνικο και συνεχίζεται µε πενιχρά οικονοµικά µέσα αλλά µε σηµαντικά ευρήµατα, όπως τα δύο τελευταία χρυσά στεφάνια; Ή, µήπως, της ΙΖ’ ΕΠΚΑ (Εφορεία Προϊστορικών και ΚλασικώνΑρχαιοτήτων) που µε γενναία χρηµατοδότηση κάνει σωστικές ανασκαφές στο ανάκτορο και παράλληλα καταφέρνει να προβάλλεται διεθνώς το σύνολο των ευρηµάτων σε µεγάλα µουσεία της ∆ύσης (στο ΑΣµόλιαν από την περασµένη Τετάρτη έως τον Αύγουστο και στο Λούβρο από τον Οκτώβριο έως τον Ιανουάριο του 2012).
Το ερώτηµα αυτό, που κρύβει µια παλιά διελκυστίνδα ή κόντρα, ήρθε τώρα, ξανά, στην επιφάνεια µε αφορµή των έκθεση 500 ευρηµάτων στην Οξφόρδη. Καθώς εµφανίζονται, σύµφωνα µε τη µία πλευρά, όλα ως προϊόντα των αδρά χρηµατοδοτούµενων ανασκαφών της ΙΖ’ ΕΠΚΑ (η πλειονότητα των οποίων είναι αδηµοσίευτα επιστηµονικά), αν καιαρκετά είναι προϊόντα της επιστηµονι- κής δράσης των διαδόχων του Μανόλη Ανδρόνικου και της πανεπιστηµιακής ανασκαφής που σύµφωνα µε τη διευθύντρια της πανεπιστηµιακής ανασκαφής ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ Χρυσούλα Παλιαδέλη, «για λόγους ακατανόητων προσωπικών φιλοδοξιών, σχεδόν συστηµατικά και αντιδεοντολογικά αποσιωπάται».
«Πανεπιστηµιακή ανασκαφή και ανασκαφή της Εφορείας Αρχαιοτήτων είναι δρόµοι παράλληλοι ή τεµνόµενοι;», ρωτήθηκετον Σεπτέµβριο του 2008 η επικεφαλής της ανασκαφής. «Τεµνόµενοι», απάντησε, «αφού στο µέγιστο ποσοστό τους τα ευρήµατα που αναδεικνύει το ΥΠΠΟ προέκυψαν από τη συστηµατική ανασκαφή τουΑΠΘ. Αλλά και παράλληλοι αφού οι σωστικές ανασκαφές που διενεργεί στα οικόπεδα του χωριού η ΙΖ’ ΕΠΚΑ συµπληρώνουν την εικόνα µας για τις Αιγές. Η Βεργίνα έχει ψωµί για όλους µας».
«Η επιστήµη είναι εθνικό δεδοµένο. Θα προσφέρουµε στο έθνος µόνο όταν εξαντλήσουµε τις επιστηµονικές δυνατότητες του ευρήµατος. Το ΑΠΘ πρέπει να αναλάβει πολύ πιο έντονα τις υποχρεώσεις του στον χώρο. Με ανάλογο τρόπο πρέπει η Πολιτεία να σχεδιάσει και να αλλάξει στρατηγική. Τα µνηµεία δεν είναι σκηνικά για τουριστικά γραφεία», δήλωνε στα «ΝΕΑ» το µέλος της πανεπιστηµιακής ανασκαφής, καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας του ΑΠΘ Στέλλα ∆ρούγου και κοσµήτορας της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του ∆ιεθνούς Πανεπιστηµίου.
Η έριδα µεταξύ πανεπιστηµιακών και αρχαιολόγων της εφορείαςκρατήθηκε «πίσω απόκλειστές πόρτες», πήρε όµωςδιαστάσεις πριν από τρία χρόνια στη διάρκεια του21ου Αρχαιολογικού Συνεδρίου στη Θεσσαλονίκη,στο οποίο οι ανασκαφείς (πανεπιστηµιακοίκαι αρχαιολόγοι της ΙΖ’ ΕΠΚΑ) µετείχαν µε οκτώ(!) διαφορετικές εισηγήσεις για το ίδιο θέµα.
Στο µεταξύ είχε επιχοιρηγηθεί η ανασκαφήτης ΙΖ’ ΕΠΚΑ στοανάκτορο τηςΒεργίνας µε 2,5 εκατ. ευρώ από τον εξαναγκασθέντα σε παραίτηση γενικό γραµµατέα του ΥΠΠΟΧρήστο Ζαχόπουλο, µε… στρατό 80 και πλέον ανασκαφέων. Ενώ σχεδόν µηδενική ήταν η χρηµατοδότηση από το υπουργείοΠαιδείας, µέσω τουΑριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης, η πανεπιστηµιακή ανασκαφή στην αγορά των Αιγών. «Μικρής κλίµακας συµπληρωµατικές έρευνες γίνονται τα τελευταία χρόνια, παρά την πενιχρή οικονοµική υποστήριξη του υπουργείου Παιδείας, που φαίνεται πως αγνοεί εδώ και χρόνια τη µέγιστη συµβολή των πανεπιστηµιακών ανασκαφών. Αντίθετα από το υπουργείο Πολιτισµού, που επέλεξε να χρηµατοδοτήσει γενναία το έργο συντήρησης του ανακτόρου. Πνευµατικός δικαιούχος της επιστηµονικής δηµοσίευσης, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήµιο Θεσσαλονίκης µε τα ελάχιστα διαθέσιµα δεν θα µπορούσε βεβαίως να αναλάβει τέτοιο εγχείρηµα», τόνιζε χαρακτηριστικά στην εισήγησή της η διευθύντρια της πανεπιστηµιακής ανασκαφής καθηγήτρια Χρυσούλα Παλιαδέλη.
Λίγους µήνες αργότερα, το καλοκαίρι του 2008 ακολούθησε η αποκάλυψη του χρυσού στεφανιού στην αγορά της Βεργίνας από την πανεπιστηµιακή ανασκαφή. Επίσης, νέα ευρήµατα το καλοκαίρι του 2009 (στο µεταξύ η κ. Παλιαδέλη είχε εκλεγεί ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ, αλλά συνέχιζε την ανασκαφή). Μεσολάβησε δε και η αποκάλυψη και άλλων ευρήµατων από τους ανασκαφείς Στέλλα ∆ρούγου και Παναγιώτη Φάκλαρη (µε την ελλιπή χρηµατοδότηση του υπουργείου Παιδείας) αλλά και της προϊσταµένης _ από τον περασµένο χρόνο _ της ΙΖ’ ΕΠΚΑ Αγγελικής Κοταρίδου από τη σωστική ανασκαφή του ανακτόρου.
Στο µεταξύ, οι ανασκαφές στη Βεργίνασυνεχίζονται... εις διπλούν. Η βασικήπανεπιστηµιακή αλλά µε µειωµένα κονδύλιααπό το υπουργείο Παιδείας και κατάκαιρούς από τουπουργείο Μακεδονίας-Θράκης και η σωστική από την το πική Εφορεία Αρχαιοτήτων µε γενναία χρηµατοδότηση από το ΥΠΠΟ.
Μέχρι πρόσφατα, οπότε και διοργανώθηκε η µεγάλη έκθεση στην Οξφόρδη, στο Μουσείο ΑΣµόλιαν µε τον τίτλο «Από τον Ηρακλή στον Μέγα Αλέξανδρο: Θησαυροί από τη βασιλική πρωτεύουσα της Μακεδονίας, ένα ελληνιστικό βασίλειο την εποχή της ∆ηµοκρατίας».
Για αυτή την έκθεση, οι εκπρόσωποι της πανεπιστηµιακής ανασκαφής υποστηρίζουν πως ενηµερώθηκαν καθυστερηµένα και τους ζητήθηκε µόνο η συγγραφή κειµένων για την υποστήριξη των ευρηµάτων, τα οποία παρότι στην πλειονότητά τους είναι προϊόν των πανεπιστηµιακών ανασκαφών φέρονται πως προέρχονται «από τις ανασκαφές της ΙΖ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων στους βασιλικούς τάφους και το παλάτι των Αιγών, την αρχαία πρωτεύουσα της Μακεδονίας». «Είναι προφανές ότι επικροτώ τηνπρωτοβουλία της ΙΖ’ ΕΠΚΑ για αυτή τηνπράγµατι πολύ σηµαντική έκθεση ευρηµάτων από τοναρχαιολογικό χώρο της Βεργίνας στην Οξφόρδη. Με εκπλήσσει ωστόσο η αποσιώπηση (από τα σχετικά δηµοσιεύµατα) του Αριστοτέλειου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης, στην ερευνητική δράση του οποίου από το 1938 οφείλεται η συντριπτική πλειονότητα των ευρηµάτων που απαρτίζουν την έκθεση.Ακόµη περισσότερο, επειδή ανάµεσά τους περιλαµβάνονται και εντελώς πρόσφατα πολύτιµα αντικείµενα και σκεύη που _ αν καιαδηµοσίευτα _ παραχωρήθηκαν από την καθηγήτρια Στέλλα ∆ρούγου και εµένα, προκειµένου να υποστηριχθεί η πρωτοβουλία αυτή, µε τον καλύτερο δυνατό τρόπο», σχολιάζει η καθηγήτρια και ευρωβουλευτής Χρυσούλα Παλιαδέλη.
«Καλώς πράττει η Πολιτεία και ανταποκρίνεται στο ενδιαφέρον της διεθνούς κοινότητας για εκθέσεις και ενηµέρωση. Ωστόσο, πίσωαπό τα έργα και τους τίτλους υπάρχουν άνθρωποι που εργάζονται συνεχώς και θεσµοί όπως το ΑΠΘ, που υφίσταται στη Βεργίνα από το 1938 δηµιουργώντας µεγάλο έργο µε πενιχρά µέσα. Είναι θέµα πολιτισµού να αποδίδεται δικαιοσύνη όπως πρέπει, διαφορετικά καταστρέφουµε όταν λησµονούµε», συµπληρώνει η καθηγήτρια Στέλλα ∆ρούγου.
Τα µέτωπα της «έριδας»
Το πρώτο (και άτυπο): Λίγο πριν από τον θάνατο του Μανόλη Ανδρόνικου αρχίζουν οι εργασίες κατασκευής τουστεγάστρου των βασιλικών τάφων. Την εποπτεία του εργολαβικού έργου του ΥΠΠΟ (2 δισ. δραχµές) µετά τον θάνατο του καθηγητή αναλαµβάνει η αρχαιολόγος της ΙΖ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Αγγελική Κοταρίδη.
Το δεύτερο (1994): Με άρθρο του στην αµερικανική επιθεώρηση αρχαιολογίας ο εκ των διαδόχων του Μανόλη Ανδρόνικου, µέλος της πανεπιστηµιακής ανασκαφής Παναγιώτης Φάκλαρης αµφισβητεί τα ευρήµατα υποστηρίζοντας ότι δεν αποδεικνύουν «ιστορική συνέχεια» για την ύπαρξη της πόλης των Αιγών, δεν ανακοινώνει όµως ευρήµατα που στηρίζουν την «αίρεση».
∆ύο µέτωπα ανοιχτά (2001): Η συρρίκνωση της χρηµατοδότησης για τη συνέχιση της πανεπιστηµιακής ανασκαφής συµπίπτει µε την αµφισβήτηση στον διεθνήεπιστηµονικό χώρο των ευρηµάτων. Πολιτικοί και άλλοι λόγοι επιβάλλουν στηνεπίσηµη Πολιτεία την αποσιώπηση των όποιων εσωτερικών προβληµάτων και χρήση των επιστηµονικών - αρχαιολογικών ευρηµάτων. Στο µεταξύ η καθηγήτρια Στέλλα ∆ρούγου ωθείται σε παραίτηση και τη θέση αναλαµβάνει η καθηγήτρια Χρυσούλα Παλιαδέλη.
Το ερώτηµα αυτό, που κρύβει µια παλιά διελκυστίνδα ή κόντρα, ήρθε τώρα, ξανά, στην επιφάνεια µε αφορµή των έκθεση 500 ευρηµάτων στην Οξφόρδη. Καθώς εµφανίζονται, σύµφωνα µε τη µία πλευρά, όλα ως προϊόντα των αδρά χρηµατοδοτούµενων ανασκαφών της ΙΖ’ ΕΠΚΑ (η πλειονότητα των οποίων είναι αδηµοσίευτα επιστηµονικά), αν καιαρκετά είναι προϊόντα της επιστηµονι- κής δράσης των διαδόχων του Μανόλη Ανδρόνικου και της πανεπιστηµιακής ανασκαφής που σύµφωνα µε τη διευθύντρια της πανεπιστηµιακής ανασκαφής ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ Χρυσούλα Παλιαδέλη, «για λόγους ακατανόητων προσωπικών φιλοδοξιών, σχεδόν συστηµατικά και αντιδεοντολογικά αποσιωπάται».
«Πανεπιστηµιακή ανασκαφή και ανασκαφή της Εφορείας Αρχαιοτήτων είναι δρόµοι παράλληλοι ή τεµνόµενοι;», ρωτήθηκετον Σεπτέµβριο του 2008 η επικεφαλής της ανασκαφής. «Τεµνόµενοι», απάντησε, «αφού στο µέγιστο ποσοστό τους τα ευρήµατα που αναδεικνύει το ΥΠΠΟ προέκυψαν από τη συστηµατική ανασκαφή τουΑΠΘ. Αλλά και παράλληλοι αφού οι σωστικές ανασκαφές που διενεργεί στα οικόπεδα του χωριού η ΙΖ’ ΕΠΚΑ συµπληρώνουν την εικόνα µας για τις Αιγές. Η Βεργίνα έχει ψωµί για όλους µας».
«Η επιστήµη είναι εθνικό δεδοµένο. Θα προσφέρουµε στο έθνος µόνο όταν εξαντλήσουµε τις επιστηµονικές δυνατότητες του ευρήµατος. Το ΑΠΘ πρέπει να αναλάβει πολύ πιο έντονα τις υποχρεώσεις του στον χώρο. Με ανάλογο τρόπο πρέπει η Πολιτεία να σχεδιάσει και να αλλάξει στρατηγική. Τα µνηµεία δεν είναι σκηνικά για τουριστικά γραφεία», δήλωνε στα «ΝΕΑ» το µέλος της πανεπιστηµιακής ανασκαφής, καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας του ΑΠΘ Στέλλα ∆ρούγου και κοσµήτορας της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του ∆ιεθνούς Πανεπιστηµίου.
Η έριδα µεταξύ πανεπιστηµιακών και αρχαιολόγων της εφορείαςκρατήθηκε «πίσω απόκλειστές πόρτες», πήρε όµωςδιαστάσεις πριν από τρία χρόνια στη διάρκεια του21ου Αρχαιολογικού Συνεδρίου στη Θεσσαλονίκη,στο οποίο οι ανασκαφείς (πανεπιστηµιακοίκαι αρχαιολόγοι της ΙΖ’ ΕΠΚΑ) µετείχαν µε οκτώ(!) διαφορετικές εισηγήσεις για το ίδιο θέµα.
Στο µεταξύ είχε επιχοιρηγηθεί η ανασκαφήτης ΙΖ’ ΕΠΚΑ στοανάκτορο τηςΒεργίνας µε 2,5 εκατ. ευρώ από τον εξαναγκασθέντα σε παραίτηση γενικό γραµµατέα του ΥΠΠΟΧρήστο Ζαχόπουλο, µε… στρατό 80 και πλέον ανασκαφέων. Ενώ σχεδόν µηδενική ήταν η χρηµατοδότηση από το υπουργείοΠαιδείας, µέσω τουΑριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης, η πανεπιστηµιακή ανασκαφή στην αγορά των Αιγών. «Μικρής κλίµακας συµπληρωµατικές έρευνες γίνονται τα τελευταία χρόνια, παρά την πενιχρή οικονοµική υποστήριξη του υπουργείου Παιδείας, που φαίνεται πως αγνοεί εδώ και χρόνια τη µέγιστη συµβολή των πανεπιστηµιακών ανασκαφών. Αντίθετα από το υπουργείο Πολιτισµού, που επέλεξε να χρηµατοδοτήσει γενναία το έργο συντήρησης του ανακτόρου. Πνευµατικός δικαιούχος της επιστηµονικής δηµοσίευσης, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήµιο Θεσσαλονίκης µε τα ελάχιστα διαθέσιµα δεν θα µπορούσε βεβαίως να αναλάβει τέτοιο εγχείρηµα», τόνιζε χαρακτηριστικά στην εισήγησή της η διευθύντρια της πανεπιστηµιακής ανασκαφής καθηγήτρια Χρυσούλα Παλιαδέλη.
Λίγους µήνες αργότερα, το καλοκαίρι του 2008 ακολούθησε η αποκάλυψη του χρυσού στεφανιού στην αγορά της Βεργίνας από την πανεπιστηµιακή ανασκαφή. Επίσης, νέα ευρήµατα το καλοκαίρι του 2009 (στο µεταξύ η κ. Παλιαδέλη είχε εκλεγεί ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ, αλλά συνέχιζε την ανασκαφή). Μεσολάβησε δε και η αποκάλυψη και άλλων ευρήµατων από τους ανασκαφείς Στέλλα ∆ρούγου και Παναγιώτη Φάκλαρη (µε την ελλιπή χρηµατοδότηση του υπουργείου Παιδείας) αλλά και της προϊσταµένης _ από τον περασµένο χρόνο _ της ΙΖ’ ΕΠΚΑ Αγγελικής Κοταρίδου από τη σωστική ανασκαφή του ανακτόρου.
Στο µεταξύ, οι ανασκαφές στη Βεργίνασυνεχίζονται... εις διπλούν. Η βασικήπανεπιστηµιακή αλλά µε µειωµένα κονδύλιααπό το υπουργείο Παιδείας και κατάκαιρούς από τουπουργείο Μακεδονίας-Θράκης και η σωστική από την το πική Εφορεία Αρχαιοτήτων µε γενναία χρηµατοδότηση από το ΥΠΠΟ.
Μέχρι πρόσφατα, οπότε και διοργανώθηκε η µεγάλη έκθεση στην Οξφόρδη, στο Μουσείο ΑΣµόλιαν µε τον τίτλο «Από τον Ηρακλή στον Μέγα Αλέξανδρο: Θησαυροί από τη βασιλική πρωτεύουσα της Μακεδονίας, ένα ελληνιστικό βασίλειο την εποχή της ∆ηµοκρατίας».
Για αυτή την έκθεση, οι εκπρόσωποι της πανεπιστηµιακής ανασκαφής υποστηρίζουν πως ενηµερώθηκαν καθυστερηµένα και τους ζητήθηκε µόνο η συγγραφή κειµένων για την υποστήριξη των ευρηµάτων, τα οποία παρότι στην πλειονότητά τους είναι προϊόν των πανεπιστηµιακών ανασκαφών φέρονται πως προέρχονται «από τις ανασκαφές της ΙΖ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων στους βασιλικούς τάφους και το παλάτι των Αιγών, την αρχαία πρωτεύουσα της Μακεδονίας». «Είναι προφανές ότι επικροτώ τηνπρωτοβουλία της ΙΖ’ ΕΠΚΑ για αυτή τηνπράγµατι πολύ σηµαντική έκθεση ευρηµάτων από τοναρχαιολογικό χώρο της Βεργίνας στην Οξφόρδη. Με εκπλήσσει ωστόσο η αποσιώπηση (από τα σχετικά δηµοσιεύµατα) του Αριστοτέλειου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης, στην ερευνητική δράση του οποίου από το 1938 οφείλεται η συντριπτική πλειονότητα των ευρηµάτων που απαρτίζουν την έκθεση.Ακόµη περισσότερο, επειδή ανάµεσά τους περιλαµβάνονται και εντελώς πρόσφατα πολύτιµα αντικείµενα και σκεύη που _ αν καιαδηµοσίευτα _ παραχωρήθηκαν από την καθηγήτρια Στέλλα ∆ρούγου και εµένα, προκειµένου να υποστηριχθεί η πρωτοβουλία αυτή, µε τον καλύτερο δυνατό τρόπο», σχολιάζει η καθηγήτρια και ευρωβουλευτής Χρυσούλα Παλιαδέλη.
«Καλώς πράττει η Πολιτεία και ανταποκρίνεται στο ενδιαφέρον της διεθνούς κοινότητας για εκθέσεις και ενηµέρωση. Ωστόσο, πίσωαπό τα έργα και τους τίτλους υπάρχουν άνθρωποι που εργάζονται συνεχώς και θεσµοί όπως το ΑΠΘ, που υφίσταται στη Βεργίνα από το 1938 δηµιουργώντας µεγάλο έργο µε πενιχρά µέσα. Είναι θέµα πολιτισµού να αποδίδεται δικαιοσύνη όπως πρέπει, διαφορετικά καταστρέφουµε όταν λησµονούµε», συµπληρώνει η καθηγήτρια Στέλλα ∆ρούγου.
Τα µέτωπα της «έριδας»
Το πρώτο (και άτυπο): Λίγο πριν από τον θάνατο του Μανόλη Ανδρόνικου αρχίζουν οι εργασίες κατασκευής τουστεγάστρου των βασιλικών τάφων. Την εποπτεία του εργολαβικού έργου του ΥΠΠΟ (2 δισ. δραχµές) µετά τον θάνατο του καθηγητή αναλαµβάνει η αρχαιολόγος της ΙΖ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Αγγελική Κοταρίδη.
Το δεύτερο (1994): Με άρθρο του στην αµερικανική επιθεώρηση αρχαιολογίας ο εκ των διαδόχων του Μανόλη Ανδρόνικου, µέλος της πανεπιστηµιακής ανασκαφής Παναγιώτης Φάκλαρης αµφισβητεί τα ευρήµατα υποστηρίζοντας ότι δεν αποδεικνύουν «ιστορική συνέχεια» για την ύπαρξη της πόλης των Αιγών, δεν ανακοινώνει όµως ευρήµατα που στηρίζουν την «αίρεση».
∆ύο µέτωπα ανοιχτά (2001): Η συρρίκνωση της χρηµατοδότησης για τη συνέχιση της πανεπιστηµιακής ανασκαφής συµπίπτει µε την αµφισβήτηση στον διεθνήεπιστηµονικό χώρο των ευρηµάτων. Πολιτικοί και άλλοι λόγοι επιβάλλουν στηνεπίσηµη Πολιτεία την αποσιώπηση των όποιων εσωτερικών προβληµάτων και χρήση των επιστηµονικών - αρχαιολογικών ευρηµάτων. Στο µεταξύ η καθηγήτρια Στέλλα ∆ρούγου ωθείται σε παραίτηση και τη θέση αναλαµβάνει η καθηγήτρια Χρυσούλα Παλιαδέλη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου