Γράφει ο Ανδρέας Ν. Μακρίδης- δημοσιογράφος του ΑΠΕ
Το σχολικό εγχειρίδιο Ιστορίας του Πατριαρχείου, 13 χρόνια πριν από την Επανάσταση του 1821
«Τα εν τη Αμερική προς βοήθειαν των Αγγλοαμερικάνων σταλέντα
στρατεύματα, επανελθόντα εις Φράντζαν, έφεραν τας ιδέας της ελευθερίας και τας
μετέδωσαν (...)
Κατ’ αυτόν τον καιρόν, η γενική συνέλευσις ακύρωσε τα
δικαιώματα των ευγενών και διέταξε την δήμευσιν των εκκλησιαστικών κτημάτων
διαμοιράσασα την Φράντζαν (...) Εν τούτοις, οι δύο αδελφοί του βασιλέως και οι
πρώτιστοι του βασιλείου καταφυγόντες εις ξένας αυλάς, ενησχολούντο να
διεγείρωσιν αυτάς εις πόλεμον κατά της ιδίας πατρίδος των, ελπίζοντες δήθεν να
αποκαταστήσωσιν έπειτα την εξουσίαν των απόλυτον. Έως τόσον, μετά την εις
Παρίσι άφιξιν του βασιλέως, με το να εμετρίασε η υπερβολική πείνα, οπωσούν
εφησύχασεν ο λαός. Έπειτα συνεκροτήθη εις θέατρον εις τον κάμπον (πεδίον του
Άρεως ονομαζόμενον) όπου παρήσαν ο βασιλεύς, ο στρατός και τα παριστώντα τον
λαόν πρόσωπα και έκαμαν όρκον να φυλαχθή η νεοσυσταθείσα διοίκησις. Και ο λαός
ένοπλος, ωρκίσθησαν να ζήσωσιν ελεύθεροι ή να αποθάνωσι...»
Το σχολικό εγχειρίδιο που φυλάσσεται
επιμελώς στη συλλογή πολυτίμων και σπανίων εντύπων της Βιβλιοθήκης της Βουλής,
δεν είναι μία τυχαία έκδοση. Εμπεριέχει ένα αναλυτικό αφιέρωμα στη Γαλλική
Επανάσταση – 10 σελίδες σε σύνολο 253 – προτροπές στους έλληνες μαθητές να
γνωρίσουνε την ιστορία των προγόνων τους, ακριβείς περιγραφές των άλλων
θρησκευμάτων και πολιτισμών που θα ξένιζαν τον αναγνώστη του ακόμα και σήμερα.
Και όμως: Παρότι η έκδοση πραγματοποιήθηκε επί Τουρκοκρατίας στα 1808 από το
ίδιο το Πατριαρχείο, η ιστορική έρευνα την έχει προσπεράσει.
Πολιτικές συγκυρίες,
φανατισμοί, μα ίσως και η ιεράρχηση που η ίδια η ιστορική επιστήμη επιφυλάσσει
στο υλικό που επεξεργάζεται, έχουνε καταδικάσει το εγχειρίδιο ιστορίας του
υπόδουλου Πατριαρχείου στην πλήρη αφάνεια. Ακόμα και η εξαιρετικά αναλυτική
βιογραφία του Γρηγορίου Ε,’ που εκδόθηκε το 2004 με πρωτοβουλία του
Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου, το αγνοεί. Καταχωρημένο σε βιβλιοθήκες ανά την
Ελλάδα, περιμένει εδώ και 200 χρόνια τον αναγνώστη που θα το εκτιμήσει.
Η «Επιτομή
Χρονολογική της Γενικής Ιστορίας» του 1808, δεν ήταν ένα πρωτότυπο έργο ελλήνων
λογίων. Αποτελεί διασκευή ενός ομώνυμου σχολικού συγγράμματος του γάλλου Jean Cornand de Lacroze,
το οποίο – όπως μας πληροφορεί το ίδιο το εγχειρίδιο – είχε χρησιμοποιηθεί ήδη
σε σχολεία του Βερολίνου. Η γαλλική έκδοση, φιλοδοξούσε να εξοικειώσει τον
μαθητή με την παγκόσμια Ιστορία, από την δημιουργία του κόσμου μέχρι τις μέρες
του, χρησιμοποιώντας ερωταπαντήσεις. Η ελληνική της εκδοχή, επιμελημένη από τον
λόγιο Παναγιωτάκη Κωνσταντινίδη και με σχολιασμό του Λάμπρου Αντωνιάδη, λογίου
απ’ τη Μολδοβλαχία, προτιμά την κλασσική αφήγηση του πεζού λόγου. Οι εκπλήξεις
που επιφυλάσσει, δεν είναι λίγες:
Ήδη στην εισαγωγή του, ο Αντωνιάδης διαπιστώνει με ικανοποίηση,
πως χάρη στο Θεό, ο «φύσει δεινός έρως, ο εγκείμενος ταις ψυχαίς των
ευαισθήτων περί τας μαθήσεις, άρχισε να αναπτερόνη πάλι και ημάς, τους εκγόνους
των περιαδομένων εκείνων πρώτων καλλιεργητών των επιστημών εν τη Ευρώπη
Ελλήνων». Εμάς που «δια την επί τα χείρω μεταβολήν των ανθρωπίνων
πραγμάτων επτερορρυήσαμεν προ αιώνων ήδη, και κατά τας γενναίας επιστήμας και
κατά τας ελευθερίους τέχνας». Ο ίδιος έρωτας, «παρορμεί πάντα
Φιλότιμον και Φιλόκαλον ομογενή, εις το να συνεισφέρη έκαστος τον κατά δύναμιν
έρανον, εις ανάκλησιν της πρώτης περί την γνώσιν των όντων, ευδαιμονίας του
γένους». Και πράγματι, στις τελευταίες σελίδες του σχολικού αυτού
εγχειριδίου, βρίσκουμε τον κατάλογο των συνδρομητών-χορηγών του: Από τον
Πατριάρχη Γρηγόριο Ε’ και την Ιερά Σύνοδο, την ελίτ του Φαναρίου (Γιάγκος και Αλέξανδρος
Καρατζάς, Αλέξανδρος και Δημήτριος Μάνος, Γρηγόριος Χαντζερής, Ιωάννης και
Αλέξανδρος Σαμουρκάσης, Μανουήλ Σκυλίτζης, Στέφανος Μαυροκορδάτος κ.ά.), μέχρι
απλούς λογίους, ιερομονάχους και ανθρώπους χωρίς επώνυμο, όπως ο Μάρκο από την
Μολδοβλαχία, ο Σάββας ο Σμυρναίος, ο Ιάκωβος εκ Σαντορίνης, οι μαθητές του
σχολείου της Χίου, «οι μικροί υιοί του κυρ Γεωργίου Σχινά».
Ο σημερινός αναγνώστης, θα
μειδιάσει ενδεχομένως, διαβάζοντας πως η γη δημιουργήθηκε περί το 4000 π.Χ.
κατά την εξιστόρηση της Παλαιάς Διαθήκης που αποδέχονται οι επιμελητές του
εγχειριδίου, και ίσως και να δυσφορήσει στην ιδέα πως μια διαφορετική
επιστημονική προσέγγιση αποτελεί απλώς «τερατολογία» και «δυσσέβεια».
Οι νύξεις αυτές ωστόσο είναι ελάχιστες, αν όχι και τελείως προσχηματικές, με
την «Χρονολογική Επιτομή της Γενικής Ιστορίας» να παραδέχεται πως «δεν
έχομεν τινα σύγχρονον συγγραφέα της ιστορίας των 3 πρώτων αιώνων της Εκκλησίας,
καθότι αυτών πάνυ ολίγα μνημεία σώζονται» - αναφορά παράδοξη για
πατριαρχική έκδοση.
Ο έλληνας μαθητής του 1808, θα διάβαζε για τα μυστήρια της
Αιγύπτου, την δοξασία της μετεμψύχωσης που δίδασκε και ο Πυθαγόρας, τη θρησκεία
των Χαλδαίων, των Ινδών και των Κινέζων, αλλά και για τα πολιτεύματα - με την
Αριστοκρατία να ορίζεται ως σύστημα εξουσίας διοικούμενο από ευγενείς και
εκλεγμένους, και τη Δημοκρατία «υπό παντός του πλήθους». Θα
μάθαινε πως ο ελληνικός λαός, είχε «ξεχωριστόν διοργανισμόν, πλέον
επιτήδειον εις τας τέχνας και επιστήμας, παρά τα λοιπά έθνη», λόγω της
αρμονίας της γλώσσας του. Θα έβλεπε στην εισαγωγή του εγχειριδίου, αναφορά στο
Δωδεκάθεο και την καλλιέργεια της Ιστορίας από την Τερψιχόρη, την κόρη του Δία.
Θα γνώριζε πως «η αρχιτεκτονική, η Γλυφική, η Ζωγραφική, η Μουσική, η
αληθής ποιητική, η ρητορική, ο τρόπος του συγγράφειν ιστορίαν (...)μετεδόθησαν
εις τα λοιπά έθνη από τους Έλληνας. Και με όλον οπού αυτοί παρέλαβον τας αρχάς
των τεχνών και των επιστημών από τους Αιγυπτίους και άλλα έθνη της Ασίας,
παραδόξως κατά πάντα υπερέβησαν τους διδασκάλους των».
Τα ελληνόπουλα θα διάβαζαν για
τους μηδικούς πολέμους, και θα μάθαιναν πως ο πολυάριθμος στρατός των Περσών, «αγενής
ως προς Ελληνικήν ανδρείαν, κατετροπώθη φρικτώς εν Μαραθώνι, υπό δέκα μόνον
χιλιάδων Ελλήνων», ότι η «τερατουργός και αναρίθμητος» εκστρατεία
του Ξέρξη, «κατήντησε τόσον ελεεινή ως ουδέποτε άλλη τις» μετά τη
ναυμαχία της Σαλαμίνας, αλλά και ότι οι πρόγονοί τους, «επροξένησαν
εαυτοίς τον ίδιον όλεθρον δια των εμφυλίων πολέμων και δια των αδιαλείπτων
διχονοιών τους». Θα έβλεπαν τον Μέγα Αλέξανδρο να ορίζεται στρατηγός όλων
των Ελλήνων δια ψηφοφορίας - και στην συνοπτική εξιστόρηση της ρωμαϊκής
ιστορίας, θα μάθαιναν πως ο Μέγας Κωνσταντίνος είχε σκοτώσει το γιο του
Κροίσπο. Ότι το Ισλάμ θεμελιώθηκε στη συνέχεια από τον Μωάμεθ, που διέδωσε τα
δόγματά του «εν μέρει βία, ή πειθοί χρώμενος, καίτοι αγράμματος κατά
τινας» και πως «αι μεταξύ των χριστιανών διχόνιαι, αι διαιρέσεις,
συνέβαλαν τα μέγιστα εις την πρόοδον της θρησκείας ταύτης». Ο Λ.
Αντωνιάδης, στα δικά του σχόλια δεν θα διστάσει να γράψει, πως οι μουσουλμάνοι
ισχυρίζονται ότι το Κοράνιο υπαγορεύθηκε στον Μωάμεθ από έναν άγγελο, αλλά «οι
πλείστοι των κριτικών, κρίνουσιν ότι είναι σύγγραμμα του ιδίου». Στην
αναφορά δε, του εγχειριδίου για την πτώση της Βασιλεύουσας, ο μαθητόκοσμος θα
διάβαζε για τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, τον «δυστυχή βασιλέα που
προέκρινε να αποθάνη μάλλον με τα άρματα εις χείρας, ή να γένη αιχμάλωτος των
Τούρκων».
Το Πατριαρχείο, δεν είχε
μια τέτοια εκδοτική παράδοση. Το Τυπογραφείο του είχε λάβει άδεια λειτουργίας
από τον Σουλτάνο ακριβώς για να αντιμετωπίσει την πλημμυρίδα του δυτικού
διαφωτισμού. Η δραστηριότητά του είχε εγκαινιαστεί με εκδόσεις του φανατικού
αντιδυτικιστή λογίου, Αθανάσιου Πάριου και με εγκυκλίους κατά της γαλλικής
επιρροής στα Ιόνια Νησιά. Και όμως: Στα τέλη του 18ου αιώνα, στο παρασκήνιο
της Υψηλής Πύλης, οι έλληνες Φαναριώτες που υπηρετούσαν τον Σουλτάνο ως
Δραγουμάνοι-διαπραγματευτές των εξωτερικών του υποθέσεων, εμπλέκονταν πλέον και
οι ίδιοι στις τύχες της Ρωμιοσύνης.
Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Κούμα, οι ναπολεόντιοι πόλεμοι βρίσκουν
τους Φαναριώτες διηρημένους σε δύο μερίδες, άλλους να κλίνουν προς την Ορθόδοξη
Ρωσία και άλλους προς τη ναπολεόντειο Γαλλία.
Ως ρωσόφιλος ενθρονίζεται κατά τον Ι. Φιλήμονα, ο Γρηγόριος Ε’
στον πατριαρχικό θρόνο, υπό την ηγεμονία των Υψηλάντηδων που διεκδικούν από τον
Σελήμ Γ’ (φωτό), (τον πλέον φιλελεύθερο των Σουλτάνων), ισοτιμία για τους
Ρωμιούς. Το εγχείρημά τους θα αποτύχει και ο Αλέξανδρος Υψηλάντης θα
αυτοεξοριστεί στη Ρωσία για να επιστρέψει εκδικητής. Η δεύτερη ωστόσο,
θητεία του Γρηγορίου, συμπίπτει με την συμμαχία των Οθωμανών με τη Γαλλία.
Έχουν αλλάξει οι συσχετισμοί – και οι «γαλλίζοντες» Σούτσοι, προσπαθούν να
εκμεταλλευτούν με τη σειρά τους τη νέα συνθήκη. Με τον Σουλτάνο να εμπιστεύεται
τις καλές προθέσεις του Πατριαρχείου, και την Αυτοκρατορία να συγκλονίζεται από
εσωτερικές έριδες, το Φανάρι θα βρει την ευκαιρία να προχωρήσει στην έκδοση του
ιστορικού αυτού, σχολικού εγχειριδίου, με τις εκτενείς αναφορές στην
αμερικανική και γαλλική Επανάσταση. Ήταν μια πράξη αντίστασης, ή μια προσπάθεια
οικειοποίησης της διαφωτιστικής παρακαταθήκης;
Το υπόδουλο Πατριαρχείο,
ήταν εκ των πραγμάτων ένας δυσκίνητος θεσμός. Με το εγχειρίδιο του de Lacroze δεν πρωτοπόρησε, αλλά
επικύρωσε. Και το «κρυφό σχολειό» υπό το φως του ηλίου, ήτανε θέμα χρόνου να
οπλιστεί με βόλια και με μπαρούτι.
--
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση μόνον με αναφορά της ενεργής ηλεκτρονικής διεύθυνσης του ιστολογίου παραγωγής- http://www. mikres-ekdoseis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου