Η πόλη Κιλκίς στα 1959
Από το βιβλίο του Γιώργου
Εχέδωρου : «Μακεδονία, Ιστορία του Κιλκίς»
Η περιοχή της
πόλης Κιλκίς, στα υστεροβυζαντινά χρόνια ανήκε σε μεγαλο-γαιοκτήμονες του
Βυζαντίου. Έτσι αναφέρεται τον 14ο αιώνα
ως ‘κτῆμα
Γαλλικός’. Στις αρχές του 17ου αιώνα, ανήκε στο τσιφλίκι του
Γιουρούκ Χασάν Αγά, ενώ γύρω στα 1765 ενσωματώθηκε στο τσιφλίκι του Αβδούλ αγά
από την οικογένεια των γαιοκτημόνων Χαμπεντέρογλου, της Δοϊράνης. Μετά από
αιματηρές διαμάχες στο γεωγραφικό αυτόν χώρο, μεταξύ αγάδων η περιοχή
δόθηκε από την Πύλη, στο Γιουσούφ μπέη
της οικογένειας Εβρενός γύρω στα 1780 (ίδε σελ. 230 «Μακεδονία, Ιστορία του
Κιλκίς»)
Όπως
αναφέρθηκε, στην περίοδο της τελευταίας τριακονταετίας του 19ου
αιώνα, η πόλη Κιλκίς παρουσίασε μεγάλη πληθυσμιακή ανάπτυξη και επομένως
οικιστική έκταση, κυρίως, ύστερα από το 1885. Έτσι από 1500 περίπου κατοίκους
στη δεκαετία 1880 έφτασε στις 8000 περίπου ψυχές στη δεκαετία 1900.
Η
ραγδαία αυτή πληθυσμιακή διόγκωση έγινε κατά κύριο λόγο με τη συγκέντρωση των
σλαβικών πληθυσμών της περιφέρειας. Ως τουρκικό διοικητικό κέντρο, της
υποδιοίκησης Γυναικοκάστρου, το Κιλκίς αναφέρεται από τις αρχές ακόμη του 19ου
αιώνα. Ενώ προγενέστερα ήταν το Αβρέτ – Χισσάρ, από όπου ονομάστηκε και
ολόκληρος ο καζάς (υποδιοίκηση).
Η ακριβής χρονολογία της μεταφοράς της
διοίκησης από το Αβρέτ - Χισσάρ (σημερινό Παλαιό Γυναικόκαστρο) στο Κιλκίς δεν
είναι απόλυτα γνωστή. Πιθανολογείται όμως στα μέσα του 18ου αιώνα.
Είναι γεγονός ότι στην κωμόπολη Κιλκίς στους
χρόνους της τουρκοκρατίας υπήρχαν δύο συνοικίες μία χριστιανική και μία
μουσουλμανική. Η χριστιανική ήταν χτισμένη στους βραχώδεις πρόποδες του λόφου
και η μουσουλμανική χαμηλότερα.
Οι δύο συνοικίες χωρίζονταν από έναν πλατύ
δρόμο που στις αρχές του 20ου αιώνα έγινε λιθόστρωτος ( η σημερινή 21η
Ιουνίου). Απ’ αυτό βγαίνει ως συμπέρασμα ότι η χριστιανική συνοικία υπήρχε ήδη
όταν εγκαταστάθηκαν οι Τούρκοι.
Παράλληλα με τούτα πρέπει να τονιστεί
ιδιαίτερα ότι ο χριστιανικός πληθυσμός του τότε οικισμού Κιλκίς ήταν ελληνικός, όπως άλλωστε ελληνικό ήταν και το
μοναστήρι που βρίσκονταν στη κορυφή του λόφου του Αγίου Γεωργίου* (σημείωση
στο βιβλίο «Μακεδονία, Ιστορία του Κιλκίς»).
Όταν αργότερα κατέβηκαν οι Σλάβοι2
νοτιότερα, τους ξένιζε η ονομασία του οικισμού και τον ονόμασαν με το δικό τους
τρόπο Κου-κούς, (σλαβικά Кykyw) παραφθορά δηλαδή της ονομασίας Καλικούς ή Καλκούς.
Σημειώνεται, μάλιστα, πως η σλαβική
αυτή ονομασία παρουσιάζεται μετά το 1885. Πριν ήταν γνωστή συνήθως ως Καλκίτς ή
Κιλκίτς ή Κηλκής. Πουθενά νωρίτερα δεν υπάρχει
η σλαβική ονομασία.
Ο πρώτος, ο οποίος προσπάθησε να δώσει ιστορική
υπόσταση στην πόλη Κιλκίς ήταν ένας
συγγραφέας που το 1835 ταύτισε το αρχαίο Καλλικός ή Γαλλικός
(γνωστό με την ονομασία Gallicum) με το
Κιλκίς του 19ου αιώνα. Αναλυτικά αναφέραμε, στο σχετικό κεφάλαιο με τον αρχαίο
οικισμό Gallicum, στη σελίδα
155 του παρόντος έργου3.
Ενενήντα
χρόνια μετά , το 1926, ο Άγγλος αρχαιολόγος Casson, έχει την ίδια άποψη, πως, δηλαδή, η ονομασία του
Κιλκίς φαίνεται να προέρχεται από το αρχαίο Gallicum ή Callicum. Γράφει ο Casson « η σύγχρονος ονομασία Γαλλικός (Gallico) φαίνεται να προέρχεται από μια αρχαία πόλη που
ονομαζότανε Gallicum- ίσως το
σύγχρονο Κιλκίς- κοντά στους κύριους παραποτάμους του ποταμού, το οποίο είναι
σημειωμένο στις ‘Περιηγήσεις’-( του Castorius , Α΄
αιώνα μ.Χ.)4
Έτσι η ονομασία του Κιλκίς έχει κοινή ρίζα με την
ονομασία του ποταμού που διέρχεται από την περιοχή. Αυτό διαφαίνεται και από τη
σύγχυση που δημιουργείται με την ονομασία του παλαιότατου αυτού οικισμού.
Τον Α΄ μ.Χ. αιώνα αναφέρεται ο οικισμός Gallicum, μεταξύ του σταθμού Tauriana και
της Θεσσαλονίκης.
Η λατινική ονομασία Gallicum φαίνεται να
προέρχεται από τη λέξη Καλλικός ή Καλλικῶς, αφού
τέσσερις αιώνες μετά, μας είναι γνωστή η
επισκοπή Καλλικού (5-6ος αιώνας μ.Χ.), που δηλώνει ότι
επανήλθε η πρώτη ονομασία του οικισμού, μετά την καθιέρωση της ελληνικής
γλώσσας στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (Βυζάντιο).
Η ονομασία Καλλικῶς προέρχεται σαφώς από την αναφορά
που κάνει το ‘Μέγα Ετυμολογικόν’ για τον ποταμό Εχείδωρο ή Εχέδωρο: "Ποταμός Μακεδονίας, ό πρότερος Ἠδωνός καλούμενος · ό ἔχων (φησί)
δῶρα χρυσοῦ γάρ καταφέρων ψήγματα, οἰ ἐγχώριοι
ἀρύονται, δέρματα αἰγῶν κείραντες και καθιέντες εἰς
τό ὓδωρ".5
‘Εχέδωρος.
Ποταμός της Μακεδονίας, ο παλαιότερα ονομαζόμενος Ηδωνός. Αυτός που έχει (καθώς
λέγουν) δώρα, γιατί κατεβάζει ψήγματα χρυσού, τα οποία οι εντόπιοι κερδίζουν
για τον εαυτό τους (καρπώνονται) καθώς βυθίζουν στο νερό του ποταμού κουρεμένα
δέρματα γιδών.’
Παρατηρούμε,
δηλαδή, πως η γύρω από τον ποταμό περιοχή είναι γνωστή (ξακουστή) για τον
χρυσοφόρο ποταμό όπου οι ντόπιοι κούρευαν τα μακρύμαλλα δέρματα των αιγών και
τα έριχναν, τα δέρματα αυτά, στον ποταμό να "ψαρέψουν" χρυσό ο
οποίος, ως βαρύτερος της άμμου, σκάλωνε και παρέμενε στο κοντό σκληρότριχο δέρμα.
Στον
Όμηρο και στα Ορφικά ποιήματα αλλά και σ’ άλλους αρχαίους συγγραφείς (Ηρόδοτος,
Θεόκριτος, Πίνδαρος) το δέρμα αναφέρεται ως Κώας ή Κῶς (Τὸ Κῶς)..
Στο
Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης των Liddel & Scot στο λήμμα Καλλι- αναφέρει:
"Πρῶτον
συνθετικόν πολλῶν λέξεων, έν αἶς ἡ ἒννοια τοῦ ὠραίου προστίθεται εἰς τήν κυρίαν
ἤ ἀπλῆν ἒννοιαν τοῦ πράγγματος". (Όπως καλλίπαις, καλλίδωρος,
καλλίπολις κ.τ.τ.). Το Καλλικῶς είναι το
όμορφο δέρμα, το χρυσοφόρο, καθώς με αυτό οι ντόπιοι συνέλλεγαν τα ψήγματα του πολυτίμου
μετάλλου, από τον ποταμό Εχέδωρο. Είναι γνωστό ότι στη μακεδονική διάλεκτο
-ελληνική φυσικά- το Γάμμα χρησιμοποιείτο για Κάππα (όπως το Βήτα για Φί, το
Δέλτα για Θήτα κλπ.). Απόρροια αυτών είναι το (Κ)ΑΛΛΙΚΩΣ οι εντόπιοι να
το προφέρουν (Γ)ΑΛΛΙΚΩΣ, εξ ου και η σημερινή ονομασία του Γαλλικού
ποταμού.6
Η πόλη Κιλκίς σε φώτο του 2006 από την νότια πλευρά της
Είναι δύσκολο να εντοπισθεί ακριβώς η
χρονολογία που ο χρυσοφόρος ποταμός μετονομάσθηκε από Εχέδωρος σε Γαλλικῶς (ος). Είναι
όμως καταφανές πως ο ποταμός επικράτησε με το όνομα αυτό γιατί διέσχιζε την
περιοχή του οικισμού και ρωμαϊκού σταθμού Καλλικῶς ή στα λατινικά Gallicum (-um, χαρακτηριστική κατάληξη λατινικών τοπωνυμιών και
επιθέτων, στο προκείμενο: o οικισμός Callicos).
Ο
οικισμός αυτός, αφού υποστεί όλες τις βαρβαρικές επιδρομές, επιμένει να ζει στα
βυζαντινά χρόνια. Ίσως θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε τον οικισμό ως κωμόπολη
αφού στον ίδιο χώρο αναφέρεται η επισκοπή Καλλικού, 5ος-6ος αιώνας μ.Χ.
Την εποχή αυτή κτίσθηκε ναός ή μικρό μοναστήρι
στην περιοχή του Καλλικού (ή στον οικισμό Callicum, ο
αρχαιοελληνικός ναός μετατράπηκε σε χριστιανικό, όπως συνέβη τότε σε πλείστες
ρωμαιοκρατούμενες περιοχές)
Αναφέρεται μάλιστα ότι το μοναστήρι στο λόφο της πόλης
του Κιλκίς καταστράφηκε στη διάρκεια των τουρκικών επιδρομών (14ος αιώνας).7
Το 1830 όταν χτίσθηκε εκ νέου η εκκλησία του Αγίου
Γεωργίου ανακαλύφθηκαν τα θεμέλια του παλαιότερου μοναστηριού. Στους
βορειοδυτικούς πρόποδες του λόφου βρισκόταν το καλούμενο "Πηγάδι του
Καλογήρου" και όπως είναι φυσικό η
ονομασία αυτή φέρνει την ανάμνηση ύπαρξης κάποιου μοναστηριού8.
Η παρουσία πάντως των πηγών καθώς και η οχυρωματική
θέση του Λόφου δηλώνει ότι η τοποθεσία ήταν κατοικημένη από τα παλιά χρόνια.
«
Κατά τη διάρκεια της ρωμαϊκής κυριαρχίας στη Μακεδονία, στη θέση του Κιλκίς,
ασφαλώς υπήρχε οικισμός. Για αυτόν μιλούν τα ερείπια των νεκροταφείων της
αρχαιορωμαϊκής και νεοβυζαντινής εποχής στα περίχωρα της πόλης. Στα 1905 αποκαλύφθηκε
σ’ ένα χωράφι, δίπλα στην πόλη, καλά διατηρημένη οικοδομή με τούβλα,
οστεοφυλάκια με διαστάσεις 3 χ 4 μέτρα. Δυστυχώς τα αρχαία ευρήματα όπως και τα
ενθύμια του οστεοφυλακίου έμειναν ως το 1913, άγνωστα στους ειδικούς αρχαιολόγους».9
Εξάλλου τον Απρίλιο του 2004, στο χώρο θεμελίωσης του
κολυμβητηρίου του Κιλκίς σε τέσσερα διαφορετικά σημεία – πίσω από το χώρο του
Κλειστού Γυμναστηρίου, βρέθηκαν κεραμικά ρωμαϊκών χρόνων, που μάλλον
προέρχονται από κεραμικούς κλιβάνους αρχαίου νεκροταφείου.
Αναφέρεται, μάλιστα, και μια πηγή, που
υπήρχε στην παλιά Εκκλησία της Θεοτόκου (σημ.
πρόκειται για την παλαιότατη ελληνική εκκλησία της Παναγίας που καταστράφηκε
από τους ουνίτες στα 1885 και ήταν μετόχι της μονής της Παναγίας του Ροσλόβου –
Γερακαριού) "όπου τα βράχια πέφτουν απότομα προς την πεδιάδα".10
Σημειώνει ακόμη πως είναι άγνωστο πότε τα ύδατα της πηγής διοχετεύθηκαν
σε υδραγωγείο που περνούσε μέσα από την τουρκική συνοικία οδηγούμενα στη βρύση
του Αβδούλ Αγά. Προφανώς πρόκειται για τη βρύση που έχτισε ο τσιφλικάς του 18ου
αιώνα Αβδούλ αγάς, και ήταν στο κέντρο της μουσουλμανικής συνοικίας της πόλης
–σημερινή πλατεία Δημαρχείου Κιλκίς.
Η ύπαρξη κάποιου αρχαίου οικισμού στη σημερινή πόλη
του Κιλκίς βασίζεται στην πλατιά επίπεδη κορυφή του Λόφου, που αποτελεί φυσική
οχύρωση και σύμφωνα με μια παλιά παράδοση ονομαζότανε "Καστράκι του
Κιλκίς" (στα σλαβικά
παρουσιάζεται ως Кукушко ґрадище).11 .
Οι
κάτοικοι του οικισμού όταν κινδύνευαν από επιδρομές κατέφευγαν στο
"καστράκι". Η διατήρηση της σλαβικής ονομασίας του οχυρώματος αυτού
μας δίνει το δικαίωμα να σημειώσουμε ότι χρησιμοποιήθηκε σαν κάστρο-ή έστω για
κατοίκηση-και όταν αργότερα εγκαταστάθηκαν σλαβικές φυλές στην πόλη.
Ο
ποταμός Εχείδωρος που έχασε την ονομασία του, αναφέρεται με το χρόνο σαν ο
ποταμός που διασχίζει την περιοχή Γαλλικού ή Καλλικού και μετονομάζεται σε Γαλλικός.
Η ονομασία του αυτή μας είναι ήδη γνωστή, όπως προσημειώθηκε, από τα μέσα
του 14ου αιώνα ως ποταμός αλλά και ως βυζαντινό κτήμα.12
Επίσης
ο οικισμός ή μοναστήρι, Καλλικού μετατρέπεται σε Καλικούς ή Καλκούς (με ένα
λάμδα).
Οι
σέρβικες και βουλγάρικες φυλές που έκαμαν ληστρικές και κατακτητικές επιδρομές
στην περιοχή, από το άκουσμα της ονομασίας Καλκούς συγκρατούν την τελευταία συλλαβή και το ονομάζουν
(μοναστήρι, οικισμός) Κουκούς.
Έτσι το ήξεραν όταν πιθανόν στους μέσους
χρόνους της τουρκοκρατίας εγκαταστάθηκαν αρκετές οικογένειες στην περιοχή
Κιλκίς.13
Με
την επικράτηση των Τούρκων η ονομασία του οικισμού παίρνει την περσοτουρκική
κατάληξη çé (τσε ή τσι) και λέγεται Καλκούτς ή Καλκούτσι ή Καλκίσι.14
Σε
βιβλία της τελευταίας πεντηκονταετίας του 19ου αιώνα αναφέρεται ως Καλκίτς ή
Καλκίς ή Κιλκίσιο15 Από όπου εκπορεύεται η σημερινή ονομασία Κιλκίς,
που παίρνει το άρθρο το (Το Κιλκίς), από την αρχαία ονομασία το Καλλικώς (το καλό, χρυσοφόρο
δέρμα) ή το Μοναστήρι.
Η
παραφθορά της σύνθετης αυτής αρχαίας ονομασίας Καλλικῶς σε Καλκίς
ή Κιλκίς δηλώνει πόσο υπόφερε ο τόπος αυτός μέσα στους αιώνες.
--
Το ανωτέρω
κείμενο, είναι μέρους του περιεχομένου του βιβλίου του Γιώργου Εχέδωρου «Μακεδονία,
Ιστορία του Κιλκίς» έκδοση 2007, σελίδες 736.
--
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου