6.4.11

1941: Οι Γερμανοί χτυπούν το οχυρό Ρούπελ και μπαίνουν στο Κιλκίς



( «Η επίθεση των Γερμανών», κεφάλαιο από το βιβλίο  του Γιώργου Εχέδωρου: "Μακεδονία, Ιστορία του Κιλκίς", σελ. 736)


Τη στιγμή, όμως, που ο ελληνικός στρατός αγωνίζονταν στο αλβανικό μέτωπο κατά των Ιταλών, ένας νέος ισχυρός εχθρός εμφανίστηκε μπρος στα ελληνικά σύνορα : οι Γερμανοί.
Η Βουλγαρία την 1 Μαρτίου 1941 προσχώρησε στον Άξονα αφήνοντας έτσι τα χιτλερικά στρατεύματα να μπουν στα εδάφη της. Ο όγκος των γερμανικών δυνάμεων ήταν τεράστιος μπροστά στο λιγοστό ελληνικό στρατό που όλο το χειμώνα είχε εξαντληθεί πάνω στα αλβανικά βουνά, και τώρα έπρεπε να αντιμετωπίσει τον εφοδιασμένο με σύγχρονα όπλα ναζιστικό στρατό.


Στις 05 και 15' της 6 Απριλίου 1941 επιτέθηκαν οι Γερμανοί στη γραμμή των ελληνοβουλγαρικών συνόρων από το Τριεθνές μέχρι βόρεια της Κομοτηνής, όπου υπήρχαν οχυρά από τον καιρό ακόμα της ειρήνης, η επονομαζόμενη «Γραμμή Μεταξά». Τα οχυρά αυτά παρά τις μεγάλες ελλείψεις που παρουσίαζαν από οπλισμό αλλά και στρατιωτικό δυναμικό λόγω αναγκών του αλβανικού μετώπου, αντέταξαν ισχυρότατη άμυνα. Η οχυρωματική γραμμή παρέμεινε αδιάσπαστη την πρώτη μέρα της επίθεσης. Το μόνο σημείο που έσπασε ήταν δυτικά του Μπέλες, όπου και εισέβαλλαν οι Γερμανοί στην κοιλάδα της Ροδόπολης.
Στο μεταξύ η Γιουγκοσλαβική αντίσταση στην κοιλάδα της Στρώμνιτσας κατάρρευσε από την πρώτη μέρα της γερμανικής επίθεσης, λόγω του ότι δεν είχε τελειώσει ακόμα η συγκέντρωση του Γιουγκοσλάβικου Στρατού.
Έτσι το πρωί της 8ης Απριλίου η 2η Γερμανική Τεθωρακισμένη Μεραρχία περνώντας μέσω της Γιουγκοσλαβίας πέρασε τα ελληνικά σύνορα και από την κοιλάδα του Αξιού έφτασε στην περιοχή του Κιλκίς.

Κάτοικος της πόλης Κιλκίς περιγράφει τις τρομερές εκείνες μέρες:
«Κυριακή έξι του Απρίλη, στα 1941. Θα ήτανε γύρω στις έξι το πρωί, πεταχτήκαμε από τον ύπνο με κείνο το στριγγλό εφιαλτικό ήχο της σειρήνας, αυτής που ήταν πάνω στην ταράτσα του κινηματογράφου. Ξαφνιαστήκαμε... Τρέξαμε για το καταφύγιο, τις «τρύπες» της Νεολαίας.
Αυτά τα λαγούμια τάχανε φτιάξει οι αγγλογάλλοι στον πρώτο πόλεμο, στο βράχο, πίσω από το κτίριο, σε σχήμα πετάλου... Εκεί, από στόμα σε στόμα, ακούστηκε ο συνταρακτικό νέο : οι Γερμανοί μας κήρυξαν τον πόλεμο! Νοτιοανατολικά, στο βάθος, αριστερά από την Κολχίδα, το Αρτσάκλισι, φαινότανε μια στήλη μαύρου καπνού. Μάθαμε ύστερα ότι έπεσε ένα γερμανικό αεροπλάνο -χτυπημένο, λέει, πάνω από τη Θεσσαλονίκη, ερχότανε κούτσα - κούτσα προς τα πάνω και το προλάβανε δυο δικοί μας με κείνα τα απαρχαιωμένα «δίφτερα» καταδιωκτικά. Αν ήταν γερός, είπαν, δε θα τον προλάβαιναν, δεν συγκρίνονταν οι ταχύτητες τους... Τότε μάθαμε ότι οι Γερμανοί είχαν σπάσει το μέτωπο, είχαν φτάσει στο Χέρσο και προς το παρόν είχαν σταματήσει εκεί. Ήταν η κολώνα που είχε περάσει από το σερβικό έδαφος, μπήκε από τη Δοϊράνη και σταμάτησε στο Χέρσο…
Την άλλη μέρα, Τρίτη, βροχερή, οχτώ του Απρίλη, καιρός σκουντουφλός, σύννεφα καπλαμάς και να ψιλοβρέχει ώρες - ώρες. Μάθαμε ότι στην αστυνομία φέρανε κάτι κομμάτια από το αεροπλάνο που έπεσε πέρ' από την Κολχίδα. Ακόμα, φέρανε στο νοσοκομείο έναν πιλό­το με βαρεία εγκαύματα, τους άλλους δυο τους βρήκανε καρβουνια-σμένους. Μάθαμε πως χαροπάλευε και στο παραμιλητό του βρισκότανε με την οικογένεια του κι' άλλοτε στο αεροδρόμιο της Σόφιας, απ' όπου ξεκίνησε για τη μοιραία γι' αυτόν αποστολή του.
... Θα πρέπει νάτανε περασμένες δωδεκάμιση, μία. Οι Γερμανοί μπαίνανε στο Κιλκίς από το δρόμο του Μεταλλικού και ρίχνανε ασταμάτητα για εκφοβισμό...»3
Εν τούτοις στη γραμμή των οχυρών ο αγώνας συνεχίζο­νταν με λύσσα για τέταρτη κατά σειρά μέρα.
Αγώνες ηρωικοί διεξάγονταν στη γραμμή εκείνη. Ο ε­χθρός τα είχε κυριολεκτικά χάσει. Δεν πρόσμενε αντίδραση και αντίσταση από τους Έλληνες στρατιώτες, ύστερα από την εξάντληση τους στα βουνά της Ηπείρου.
Συγκλονιστική ήταν η άμυνα των Ελλήνων και άφθαστος ο ηρωισμός τους. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή του ήρωα Δημήτρη Ίτσιου, από τα Πορόϊα, που σε πολυβολείο στα οχυρά της Κερκίνης, αφού σκοτώθηκαν όλοι οι συναμυνόμενοί του, συνέχισε μονάχος τον γιγάντιο αγώνα μέχρι την τελευταία σφαίρα. Συνολικά έριξε τριάντα οχτώ χιλιάδες σφαίρες μονάχος, περιτριγυρισμένος από τα άψυχα κορμιά των συμπολεμιστών του. Πάνω στον Δημήτρη Ίτσιο απεικονίζεται ζωντανά η παμπάλαια «ιερή τρέλα» της ψυχής, της αδούλωτης ψυχής των Ελλήνων. Όταν αργότερα συνελήφθη από τον εχθρό και αφού τον συνεχάρηκαν για την ανδρεία του οι Γερμανοί,  τον εκτέλεσαν.

Χαρακτηριστική επίσης περίπτωση ήταν αυτή του οχυρού Ρούπελ, όπου μετά από την υπογραφή συνθηκολόγησης ο διοικητής του αρνήθηκε να το παραδώσει απαντώντας περήφανα ότι τα «οχυρά δεν παραδίδονται αλλά κυριεύονται».
Ενώ τέτοιοι επικοί αγώνες διεξάγονταν σε όλα τα οχυρά, οι Γερμανοί, που είχαν περάσει από το νομό Κιλκίς, στις 22.30' της 8ης Απριλίου είχαν φτάσει 20 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη ζητώντας δίχως όρους την παράδοση της.
«Ακόμα μαθεύτηκε ότι ένας δικός μας θέλησε να προβάλει αντίσταση μέσα στη νύχτα, εκεί κοντά που διχαλώνει ο δρόμος για το Ηρώο. Του ρίξανε δυο ριπές και πάει ο Έλληνας. Και ότι, στο Σταθμό, τραυματίστηκε ο γιος του Πάντσου, του υδραυλικού της Δημαρχίας, του «νερουλά». Αργότερα περπατούσε κουτσαίνοντας, με μπαστούνι.
Οι μηχανοκίνητες φάλαγγες πληθαίνανε, περνούσανε εκατοντάδες οχήματα κάθε είδους, ούτε ένα πεζοπόρο τμήμα. Πάνω σε τεράστιες Μερσεντές, θεόρατα ανοιχτά φορτηγά, κάθονταν δεξιά - αριστερά οι φαντάροι, με τα όπλα ανάμεσα στα γόνατα, κατασκονισμένοι, αγέρωχοι, ονειροπαρμένοι. Ακόμα, τεράστιες νταλίκες φορτωμένες, με την καρένα προς τον ουρανό, κάτι μεγάλες βάρκες, τα «ποντόνια» του μηχανικού, για τη ζεύξη ποταμών. Και μοτοσυκλέτες, πολλές μοτοσυκλέτες, όλο σίδερο, βαρειές, με καλάθι στο πλάι, μάρκα «Τσούνταπ».4

Στις 9 Απριλίου η περιοχή του Κιλκίς βρίσκονταν υπό της γερμανικής κατοχής. Η ολοκληρωτική κατάληψη της Ελλάδας έγινε μετά την κατάληψη της Κρήτης, στις 31 Μαΐου 1941.
Μας δίνεται, όμως, η ευκαιρία να ενσωματώσουμε μια ακόμη μαρτυρία για την είσοδο των Γερμανών στο Κιλκίς:
«Μαρτυρία του δικηγόρου Κ. Χ.: «Οι Γερμανοί έρχονται
Ήμουν στη δεύτερη τάξη του γυμνασίου στο Κιλκίς. Απρίλης του ‘41. Πρώτες μέρες. Έμπαιναν οι Γερμανοί στο Κιλκίς με τα μηχανοκίνη­τα τους. Τραντάζονταν ο τόπος. Προχωρούσαν προς Θεσσαλονίκη. Εμείς τα μαθητούδια βγήκαμε στους δρόμους.
«Μουδιασμένοι κι οι κάτοικοι του Κιλκίς, έβλεπαν στον εχθρό. Συναντήσαμε τον φαλαγγάρχη της ΕΟΝ. Την ώρα εκείνη πετούσαν γερμανικά αεροπλάνα κατευθυνόμενα προς νότον. Μας κατείχε αγωνία, φόβος. Να μην ανησυχείτε, μας είπε ο φαλαγγάρχης της ΕΟΝ, δεν έρχονται για μας, αλλά για τους Εγγλέζους. Μας υποχρέωσε να τρέξουμε σπίτια μας και να φορέσουμε τη στολή της ΕΟΝ των σκαπανέων. Ξέρετε πως ήταν τότε. Εμείς οι μικροί υπακούσαμε. Οι μεγάλοι μαθητές τόσκασαν. Μας παρέταξε στον κεντρικό δρόμο να κάνουμε τους... τροχονόμους. Να δείχνουμε το δρόμο για τη Θεσσαλονίκη στα μηχανοκίνητα. Στη συνέχεια, μας παρέλαβε να επιβάλουμε την τάξη για το «ταλάνι» τη λεηλασία στις αποθήκες του στρατού, μπροστά στα μάτια των Γερμανών. Ο κόσμος είχε ανέβει στον τρίτο όροφο και πετούσαν κουβέρτες, γαλέτες, τρόφιμα, άρβυλα, και τα ‘παιρνε ο πεινασμένος και γυμνός κοσμάκης... βρήκαν και όπλα που τα 'κρυψαν κι αργότερα ήταν τόσο χρήσιμα. Εξαγριωμένοι συμπολίτες, μας έδιωξαν εμάς τους... προστάτες των εφοδίων του στρατού, που θα 'πεφταν στα χέρια των Γερμανών, μας πέταξαν έξω και δέκα - δέκα κατεβαίναμε τα σκαλιά.
«Αυτό το περιστατικό το θυμάμαι με κάποια ντροπή παιδικής ηλικίας. Τι ξέραμε εμείς τότε. Κι όμως, σήμερα, στην ωριμότητα μου, έρχεται συχνά η εικόνα ως ο κακός δράκος του παραμυθιού, εκείνος ο φαλαγγίτης της ΕΟΝ. Μέσα στην άγνοια μας, καθοδηγού­μενοι παίξαμε το ρόλο των... δοσιλόγων.
«Έτσι επαναστατήσαμε. Σκεφτήκαμε. Εμείς τα παιδιά και είμαστε από τους πρώτους στην αντίσταση. Στην τρίτη γυμνασίου, πλέον, μαζί με τους συμμαθητές μου, εμπνεόμενοι από τους λόγους και τον πατριωτισμό κάποιων αξιωματικών, που μας μίλησαν για το καθήκον μας και τη γερμανική κατοχή, οργανώσαμε την πρώτη αντιστασιακή ομάδα. Την ονομάσαμε «Ζει Ελλάς». Ένας συμμαθητής μας, μέλος της οργάνωσης, γιος εμπόρου υποδημά­των, έφτιαξε μια σφραγίδα στρογγυλή, από λάστιχο τακουνιών. Μετά από τόσα χρόνια χάθηκε. Υπάρχει όμως έγγραφο κατοχικό μ' αυτή, την όντως αξιομνημόνευτη σφραγίδα, που... σφραγίζει το σθένος και την ανάπτυξη της ομάδας των παιδιών του Κιλκίς, ύστερα από την... ΕΟΝ και την ορθή οδό που έδειξε ο αξιωματικός με το λόγο του. Η σφραγίδα αυτή, βρίσκεται ακόμα και στο ημερολόγιο που βρήκα στα κειμήλια της εποχής.»5
Ενώ πριν 40 μέρες στρατηγοί με επικεφαλής τον αντι­στράτηγο Γ. Τσολάκογλου υπόγραψαν πρωτόκολλο Συνθηκολόγησης, όπου καθορίζονταν η χωρίς όρους παράδοση στους Ιταλογερμανούς του Ελληνικού Στρατού.
Η συνθηκολόγηση αυτή δεν αναγνωρίστηκε ούτε από την Κυβέρνηση, ούτε από το βασιλιά, και χαρακτηρίστηκε προδοτική. Έτσι με αυτήν ο προδότης Τσολάκογλου φανέρωσε τα φιλογερμανικά του αισθήματα.

--

Δεν υπάρχουν σχόλια: